Λεωφορείο «58»

Αν ανεβεί κανείς στο λεωφορείο 58, (ιδίως νωρίς το πρωί ή το απόγευμα), θα βρεθεί ανάμεσα σε γυναίκες, προερχόμενες κυρίως από άλλες χώρες, πριν ή μετά τη δουλειά τους στα σπίτια των κυράδων τους, κυρίως κατοικουσών στο Πανόραμα. Το πρωί είναι περιποιημένες, μιλούν πολύ μεταξύ τους, άλλες στη γλώσσα τους, άλλες στα ελληνικά. Το απόγευμα θα φαίνεται η κούραση στο πρόσωπό τους, είναι αμίλητες σχεδόν, και είναι φανερό πως το μόνο που θα ‘θελαν είναι να βρεθούν όσο γίνεται πιο γρήγορα στο σπίτι τους.

Βρέθηκα προχθές στο λεωφορείο 58 , απόγευμα στις 6, και εγώ ανάμεσα στις γυναίκες αυτές. Μετακινήθηκα ανάμεσά τους, και όταν άδειασε μια θέση επωφελήθηκα για να βρεθώ δίπλα σε μια γυναίκα με πρόσωπο κουρασμένο, αλλά πολύ ευγενικό. Αυτό μου έδωσε το θάρρος (ή θράσος) να τη ρωτήσω. «-Τώρα τελειώσατε;», «- Ναι» μου απάντησε και σαν να ήθελε και αυτή να μου μιλήσει συνέχισε: «από το πρωί, από τις 7…….»

Το περιστατικό αυτό μου έδωσε την ιδέα να γράψω μερικές σκέψεις για το τι ακριβώς συμβαίνει με τον τομέα της φροντίδας, τι σημαίνει αυτό για τις γυναίκες και τι, επιπλέον, γίνεται με τις γυναίκες στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης.

Τα προηγούμενα χρόνια, πριν την κρίση, η αύξηση της ελευθερίας των γυναικών ώστε να δουλεύουν έξω από το σπίτι τους είχε μεγάλη σημασία προκείμενου να αυξηθούν οι ελευθερίες τους και σε άλλους τομείς , όπως η ίδια η οικιακή σφαίρα, η υγεία, η εκπαίδευση, ο έλεγχος της αναπαραγωγής και η πολιτική σφαίρα. Ο αποκλεισμός των γυναικών από το εργατικό δυναμικό συνεπάγεται αποκλεισμούς και σε πολλούς άλλους τομείς. Άρα η αμειβόμενη εργασία είναι για τις γυναίκες μια απελευθερωτική διαδικασία από πολλές απόψεις. Επιπλέον τις καθιστά υποκείμενα και όχι παθητικά αντικείμενα μιας αναπτυξιακής διαδικασίας, επηρεάζει νοοτροπίες και συμπεριφορές. Αυτή όμως η «έξοδος» των γυναικών από το σπίτι, έφερε στην επιφάνεια την απλήρωτη εργασία που κάνουν στο πλαίσιο του νοικοκυριού, καθώς και τον τρόπο που οι οικογένειες προσπαθούν να συνδυάσουν τις συγκρουόμενες απαιτήσεις στον περιορισμένο χρόνο τους από την εργασία και τις ανάγκες φροντίδας.

Για πολλά χρόνια οι γυναίκες ήταν (αλλά και είναι ακόμα) «αιχμάλωτες της αγάπης». Μια νοοτροπία που θέλει τις γυναίκες να φροντίζουν τα μικρά παιδιά , τους ηλικιωμένους, τους ασθενείς, γιατί είναι υποχρέωσή τους, γιατί εξ ορισμού «υποκινούνται» από αισθήματα αγάπης και ενδιαφέροντος για την ευημερία του ατόμου που δεχόταν την φροντίδα. Πράγματι υπάρχουν και αλτρουϊστικά συναισθήματα στην παροχή φροντίδας και η υπόθεση πως η τελευταία προσφέρει ικανοποίηση ήταν για πολλά χρόνια αιτία περιορισμού των γυναικών στον ιδιωτικό χώρο.

Όταν όμως η παγκόσμια αγορά επεκτάθηκε και στον τομέα της φροντίδας έδωσε από τη μια σε πάρα πολλές γυναίκες την ευκαιρία να «έχουν μια γυναίκα» για όλες τις φροντίδες που, μέχρι τότε, είχαν οι ίδιες, αλλά και από την άλλη, αναδείχθηκαν οι αρνητικές επιπτώσεις για τις γυναίκες από τις φτωχές χώρες και τις οικογένειές τους.

Αυτές οι γυναίκες που μεταναστεύουν σε πλούσιες χώρες για να εργαστούν ως νταντάδες, οικιακοί βοηθοί , καθαρίστριες, νοσοκόμες, αφήνουν πίσω τους ένα κενό φροντίδας για τις δικές τους οικογένειες, συμβάλλοντας στην ανακύκλωση της εργασίας των γυναικών σε παγκόσμια κλίμακα. Στη χώρα υποδοχής, όταν αναλαμβάνουν καθήκοντα φροντίδας, καταλήγουν να αναπτύσσουν σχέσεις στοργής και αγάπης με παιδιά που δεν είναι δικά τους, δημιουργώντας έτσι ένα συναισθηματικό χάσμα στη δική τους ζωή. Η σχέση που αναπτύσσεται τελικώς είναι και αποξενωτική και εκμεταλλευτική σε βάρος των μεταναστριών .

Μου είπε η κυρία στο λεωφορείο 58 : «Στο σπίτι αυτό δουλεύω 18 χρόνια και μεγάλωσα σα δικά μου τα παιδιά τους , και παρόλα αυτά, ό,τι έκανε σε σας το κράτος έκαναν και αυτοί σε μένα. Μου μείωσαν το μισθό και αν απολυθώ δε θα παίρνω επίδομα ….» . Και συνέχισε για τη χώρα της, για τα παιδιά της, για τον άνδρα της που έχει μείνει πίσω, εδώ και πολλά χρόνια…..

Αυτές οι γυναίκες λοιπόν συνέβαλλαν να αρχίσει ο κόσμος της φροντίδας να αναγνωρίζεται όλο και περισσότερο όχι μόνο στην μη αμειβόμενη αλλά και στην αμειβόμενη εκδοχή του. Και ως οικονομική δραστηριότητα η φροντίδα έχει διαφορετικά χαρακτηριστικά από τις άλλες οικονομικές δραστηριότητες. Βασικό της χαρακτηριστικό είναι η σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα σε εκείνον που την προσφέρει και σε εκείνον που τη δέχεται.

Κάποιοι λένε ότι η εμπορευματοποίηση των υπηρεσιών φροντίδας μετατρέπει μια στενή ιδιωτική σχέση σε ανώνυμη και απόμακρη συναλλαγή που στηρίζεται στο ιδιωτικό συμφέρον και η μετατροπή της εργασίας φροντίδας σε εμπόρευμα της δίνει μια αρνητική φόρτιση. Δεν μπορεί λένε η φροντίδα ενός παιδιού να μετατραπεί σε αμειβόμενη εργασία. «Γιατί η αγάπη είναι το αντίθετο της συναλλαγής». Από τη στιγμή που κάτι βρίσκεται μέσα στην αγορά υπόκειται σε απρόσωπους νόμους κίνησης και μετατρέπεται σε «εμπόρευμα». Υπάρχει όμως και η άλλη οπτική: Η αγορά δεν ταυτίζεται με την κοινωνία, ούτε η αγορά μετατρέπει σε άψυχη απρόσωπη και ιδιοτελή κάθε δραστηριότητα και υπηρεσία (ή αγαθό). Η κοινωνία είναι αυτή που προσδίδει χαρακτήρα και νόημα στις δραστηριότητες, στα αγαθά και στις υπηρεσίες. Οι άνθρωποι συμμετέχουν στην αγορά με όλες τους τις πλευρές. Είναι λογικοί αλλά και συναισθηματικοί. Είναι άτομα που έχουν δεσμεύσεις. Είναι άτομα που έχουν να φροντίσουν άλλους ή που χρειάζονται φροντίδα. Τα κίνητρά τους δεν είναι μόνο η ιδιοτέλεια αλλά και η αλληλεγγύη, η προσφορά, η αγνότητα.

Η παροχή φροντίδας αναγνωρίζεται ολοένα και περισσότερο ως οικονομικό ζήτημα. Συμβάλει και αυτή σε μακροοικονομικό επίπεδο στη δημιουργία πλούτου στην οικονομία. Η παροχή φροντίδας έχει επίσης σημαντικές επιπτώσεις στην ευημερία της κοινωνίας καθώς η ποιότητα της φροντίδας επηρεάζει τόσο τα χαρακτηριστικά όσο και τις σχέσεις υποστήριξης ανάμεσα στις γενιές.

Μια κοινωνία όμως προκειμένου να μπορεί να προσφέρει ένα ικανοποιητικό επίπεδο φροντίδας για όσους τη χρειάζονται, χρειάζεται ένα μεγάλο αριθμό ατόμων που παρέχουν φροντίδα και κατάλληλες δομές. Οι δυνάμεις της αγοράς όμως δεν μπορούν να ικανοποιήσουν αυτές τις ανάγκες παρά μόνο στο μέτρο που θα επιβάλλουν ένα άγριο και απάνθρωπο καθεστώς εκμετάλλευσης σε όσες θα πέσουν στην «ανάγκη τους» με αυτόν τον τρόπο.

Οι γυναίκες του «58» τόσο διαφορετικές από μας και τόσο ίδιες ταυτόχρονα αποτελούν ζωντανή μαρτυρία του κοινού μας μέλλοντος σχετικά με αυτά τα καίρια ζητήματα. Πρέπει να τις φροντίσουμε αυτές τις εργάτριες της φροντίδας με έναν τρόπο πολύ διαφορετικό από αυτόν που άσκησαν οι περισσότερες από τις συμπατριώτισσές μας έως τώρα. Είναι υποχρέωση.

Εύη Πάτκου, εκπαιδευτικός, πηγή: hortiatis570.gr