Επικίνδυνη πλάνη ότι τα οικογενειακά δικαστήρια είναι προκατειλημμένα κατά των ανδρών

Αλιεύει και μεταφράζει η Αλεξάνδρα Μακρή

Πρόλογος: Σίσσυ Βωβού

Γράφει η Sonia Sodha* στον Guardian

Το θέμα της επιμέλειας των παιδιών μετά το χωρισμό, που μας απασχολεί στην Ελλάδα τον τελευταίο καιρό λόγω του επικείμενου νομοσχεδίου που θα υποβάλει το υπουργείο Δικαιοσύνης, απασχολεί τα δικαστήρια, τις χωρισμένες γυναίκες και την κοινωνία σε πολλές χώρες, όπως έχουμε ήδη γράψει στο Μωβ. Το άρθρο του Γκάρντιαν που δημοσιεύουμε εδώ, ασχολείται ακριβώς μ’ αυτό το θέμα. Υπάρχουν κάποιες διαφορές με την ελληνική πραγματικότητα, όπως ότι στην Ελλάδα δεν έχουμε οικογενειακά δικαστήρια, και επίσης ότι οι γυναίκες στο δικαστικό σώμα είναι πλειοψηφία. Όσο για το θέμα της βίας και της κακοποίησης, δυστυχώς δεν υπάρχουν πολλές διαφορές. Σ.Β.

“Τα στοιχεία δείχνουν ότι το δυσανάλογα ανδρικό δικαστικό σώμα είναι πολύ πιο πιθανό να αποφανθεί κατά των κακοποιημένων γυναικών και παιδιών”
“Οι γυναίκες υποχρεώνονται να σκεφτούν πολύ αν θα καταγγείλουν κακοποίηση στο δικαστήριο ακόμα και όταν υπάρχουν αποδείξεις”

Αν παρακολουθείτε την σειρά του BBC “The Split”, Η οποία ακολουθεί μια οικογένεια λαμπερών δικηγόρων διαζυγίου, μπορεί να σας συγχωρεθεί αν νομίζετε ότι αυτή η πλευρά του νόμου αφορά προγαμιαία συμβόλαια εκατομμυριούχων ποδοσφαιριστών και υπουργικές υποθέσεις. Αλλά η πραγματικότητα των οικογενειακών δικαστηρίων δεν θα μπορούσε παρά να είναι πολύ διαφορετική. Με διαφορά, το πιο επίμαχο ζήτημα που προκύπτει δεν είναι οι περιουσιακές διαφορές αλλά η επαφή με τα παιδιά.

Τα οικογενειακά δικαστήρια έχουν αρμοδιότητα για κάποιες από τις πιο ενοχλητικές παρεμβατικές εξουσίες που διαθέτει το κράτος: Όχι μόνο την αρμοδιότητα να απομακρύνουν τα παιδιά από τους χωρισμένους γονείς τους, αλλά και το πόσο θα τα βλέπουν. Οι περισσότερες από αυτές τις αποφάσεις δεν δημοσιεύονται ποτέ, πράγμα που σημαίνει ότι ο έλεγχος του τρόπου με τον οποίο χρησιμοποιούνται αυτές οι εξουσίες είναι εντελώς σκοτεινός.

Δύο στους πέντε γάμους καταλήγουν σε διαζύγιο και υπάρχουν περισσότερες από 40.000 υποθέσεις το χρόνο ενώπιον των δικαστηρίων που σχετίζονται με την επιμέλεια και την επαφή με τα παιδιά, η πλειονότητα των οποίων περιλαμβάνει καταγγελίες για ενδοοικογενειακή κακοποίηση. Αυτές μπορεί να είναι αποφάσεις ζωής και θανάτου – τουλάχιστον 50 παιδιά έχουν φονευθεί ως αποτέλεσμα επαφής με κακοποιητικούς γονείς μετά τον χωρισμό τους, τα τελευταία 25 χρόνια. Ωστόσο, οι δικαστές πρέπει να είναι σίγουροι ότι εάν πρόκειται να περιορίσουν σοβαρά την επαφή ενός γονέα με το παιδί του, αυτός ο γονέας πράγματι πιθανώς μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την ευημερία του παιδιού.

Η έλλειψη διαφάνειας σχετικά με τον τρόπο λήψης αυτών των αποφάσεων επέτρεψε να επικρατήσει μια επικίνδυνη αφήγηση: ότι το σύστημα είναι προκατειλημμένο έναντι των πατεράδων.

Το έτος 2021 είναι η 20ή επέτειος της ίδρυσης των «Fathers 4 Justice» (Πατεράδες για δικαιοσύνη), μια ακτιβιστική καμπάνια που οι περισσότεροι τη θυμούνται με τον τίτλο “βομβαρδισμός με αλεύρι) για την επίθεση εναντίον του στον Tony Blair μέσα στο κοινοβούλιο την ώρα που απαντούσε στις ερωτήσεις του πρωθυπουργού. Η καμπάνια έχει γίνει σταδιακά πιο κακοήθης από τότε – συμπεριλαμβανομένης και μιας εκστρατείας «crummy mummy» (άθλιες μαμάδες) που στοχοποιεί με επικρίσεις διάσημες γυναίκες.

Οι «Fathers 4 Justice» απαιτούν ο νόμος να καθιερώνει ένα τεκμήριο 50-50 επαφής με τα παιδιά. Οι ισχυρισμοί τους για μεροληψία των δικαστηρίων εναντίον των ανδρών έχουν αποκτήσει μεγάλη απήχηση στη συζήτηση γύρω από το θέμα, παρά τα στοιχεία που αποδεικνύουν  το αντίθετο: μια ανασκόπηση των δημοσιευμένων σχετικών δικαστικών αποφάσεων διαπίστωσε ότι προωθείται όσο το δυνατόν περισσότερη η επαφή με τους πατέρες, ακόμη και σε περιπτώσεις αποδεδειγμένης ενδοοικογενειακής βίας. Σε μια ανασκόπηση του οικογενειακού δικαίου το 2011 με στοιχεία που αντλήθηκαν από την Αυστραλία, οι νομικές αποφάσεις για κοινή γονική μέριμνα συνδέθηκαν με φτωχότερα συναισθηματικά αποτελέσματα για τα παιδιά. Κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι δεν πρέπει να υπάρξει νομική αλλαγή που να «κινδυνεύει να δημιουργήσει ένα γονικό “δικαίωμα” με ένα συγκεκριμένο ποσό χρόνου επαφής με το παιδί», καθώς αυτό θα υπονόμευε την αρχή ότι η ευημερία ενός παιδιού είναι κυρίαρχης σημασίας (προηγείται). Αυτό δεν εμπόδισε την κυβέρνηση της Αυστραλίας να εισαγάγει μια παραμορφωτική μεταρρύθμιση το 2014, η οποία επέβαλε στα δικαστήρια να υποθέσουν ότι, εκτός αν αποδειχθεί το αντίθετο, η συμμετοχή ενός γονέα στη ζωή του παιδιού τους θα είναι πάντα προς όφελος του παιδιού.

Ωστόσο, υπάρχουν ολοένα και περισσότερα στοιχεία που υποδηλώνουν ότι οι γυναίκες που υπέστησαν ενδοοικογενειακή κακοποίηση και ανησυχούν για την ασφάλεια των παιδιών τους αντιμετωπίζουν μια ανηφορική μάχη που πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψιν. Ορισμένοι δικαστές δεν έχουν κατανόηση της ενδοοικογενειακής κακοποίησης – όπως τονίζεται σε απόφαση του ανώτατου δικαστηρίου που ανέτρεψε τη διαπίστωση ενός ανώτατου άνδρα δικαστή ότι δεν ήταν βιασμός «επειδή αυτή δεν αντιστάθηκε». Αυτό δεν εμπόδισε τον εμπλεκόμενο δικαστή να συνεχίσει να προεδρεύει σε υποθέσεις οικογενειακού δικαστηρίου που αφορούν καταγγελίες για ενδοοικογενειακή κακοποίηση και τη λήψη παρόμοιας απόφασης σε άλλη υπόθεση.

Είναι επίσης μια γνωστή αλήθεια μεταξύ των δικηγόρων και των δικαιωματικών οργανώσεων που ασχολούνται με την ενδοοικογενειακή κακοποίηση ότι υπάρχουν δικαστές στο κύκλωμα που εναντιώνονται σε γυναίκες που ισχυρίζονται ότι έχουν υποστεί ενδοοικογενειακή κακοποίηση και έχω ακούσει ιστορίες τρόμου από επιζώσες τέτοιας κακοποίησης σχετικά με τη μεταχείριση των δικαστών: την αποκάλεσε «το κορίτσι που φωνάζει λύκος, λύκος» καθώς ο δικαστής αγνόησε τα περί του αντιθέτου στοιχεία για κακοποίηση.

Υπάρχουν ενδείξεις ότι το σύστημα είναι πολύ πρόθυμο να υποθέσει ότι η  κακοποίηση στο σπίτι επηρεάζει μόνο τις μητέρες και όχι τα παιδιά. Και ότι οι γυναίκες και τα παιδιά είναι ασφαλή μόλις τελειώσει μια σχέση. Οι γυναίκες μπορούν να βρεθούν σε μία κατάσταση αδιεξόδου, όταν από τη μία οι κοινωνικές υπηρεσίες τους λένε ότι πρέπει να αφήσουν τον κακοποιητή τους ή να διακινδυνεύσουν να σταλούν τα παιδιά σε ίδρυμα φροντίδας, αλλά αργότερα να μην γίνονται πιστευτές από έναν δικαστή όταν αυτός ο κακοποιητής υποβάλει αίτηση για επαφή με τα παιδιά.

Δύο πράγματα έχουν επιδεινώσει την κατάσταση. Οι περικοπές στη δημόσια νομική βοήθεια (δικηγόροι) σημαίνουν ότι πολλές μητέρες και πατέρες καταλήγουν να εκπροσωπούν τον εαυτό τους, πράγμα που σημαίνει ότι οι γυναίκες μπορούν να βρεθούν στην τρομερή θέση να εξεταστούν κατ’ αντιπαράσταση μπροστά σε έναν εχθρικό δικαστή από τον ίδιο τον κακοποιητή τους. Πρόσφατα εισαχθείσες διατάξεις για την προσπάθεια προστασίας των γυναικών που λένε ότι έχουν κακοποιηθεί – όπως η χρήση οθόνης στο δικαστήριο για μη φυσική επαφή – χρησιμοποιούνται μόνο μόνο περιστασιακά.

Και τα τελευταία χρόνια, το ψευδο-επιστηστημονικό «σύνδρομο γονικής αποξένωσης» έχει αποκτήσει υποστηρικτές. Αυτή η ιδέα αναπτύχθηκε τη δεκαετία του 1980 από τον Richard Gardner, έναν αμφιλεγόμενο ψυχίατρο που πίστευε ότι η σεξουαλική κακοποίηση παιδιών δεν είναι απαραίτητα τραυματική γι αυτά και ότι οι μητέρες που δεν ανταποκρίνονται  σεξουαλικά στους συντρόφους τους φταίνε για τους πατέρες που κακοποιούν σεξουαλικά τις κόρες τους. Ο Γκάρντνερ πίστευε ότι πολλές μητέρες που ισχυρίζονται ότι έχουν κακοποιηθεί ψεύδονται και δηλητηριάζουν τα παιδιά τους εναντίον των συντρόφων τους και το ονόμασε «σύνδρομο γονικής αποξένωσης», υποστηρίζοντας ότι ήταν πιο βλαβερό για τα παιδιά από τη σεξουαλική κακοποίηση.

Παρά το γεγονός ότι δεν υπόκεινται σε εμπειρικές δοκιμές, οι πεποιθήσεις του Γκάρντνερ έχουν με κάποιο τρόπο επηρεάσει τα οικογενειακά δικαστήρια σε όλο τον κόσμο. Εδώ, η γονική αποξένωση χρησιμοποιείται συχνά ως απάντηση εναντίον μητέρων, από πατέρες που κατηγορούνται για κακοποίηση. Τα υποτιθέμενα «συμπτώματα» έχουν πολλά κοινά με αυτά των παιδιών που έχουν τραυματιστεί είτε ως μάρτυρες κακοποίησης είτε από κακοποίηση των ίδιων από τον πατέρα τους. Υπάρχουν ενδείξεις αυξανόμενης προθυμίας δικαστηρίων στην πρόσφατη νομολογία να μεταφέρουν την κατοικία παιδιών από «αποξενωτικές» μητέρες στους πατέρες τους. Ως αποτέλεσμα, οι γυναίκες πρέπει να σκεφτούν προσεκτικά αν θα  καταγγείλουν κακοποίηση στο δικαστήριο – ακόμη και όταν έχουν αποδεικτικά στοιχεία – για την περίπτωση που κατηγορηθούν ότι κάνουν ψευδείς καταγγελίες με αποτέλεσμα να χάσουν την επιμέλεια.

Σε μία ανασκόπηση του τρόπου με τον οποίο χρησιμοποιείται η κατηγορία της “γονικής αποξένωσης” διαπιστώθηκε ότι κυριαρχούσε στις δικαστικές διαδικασίες αποκλείοντας όλους τους άλλους ισχυρισμούς, συμπεριλαμβανομένων των ισχυρισμών για ενδοοικογενειακή κακοποίηση, και ότι παρόλο που φέρεται ότι είναι ουδέτερο ως προς το φύλο, μόνο οι άνδρες το χρησιμοποιούσαν. Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς μια πιο αποτελεσματική επιλογή για κακοποιητικούς άνδρες για να σιγήσουν τις φωνές των γυναικών και των παιδιών. Μια γυναίκα που κατηγορείται για “γονική αποξένωση” μου είπε ότι ένας δικαστής είπε στο δικαστήριο «από όσα γνωρίζω η μητέρα μπορεί να είναι μια αγελάδα που χειραγωγεί και κακοποιεί συναισθηματικά τα παιδιά της», παρά το ότι ο πρώην σύντροφός της που είχε εκτίσει φυλάκιση για σεξουαλική κακοποίηση μικρών παιδιών στη δική του οικογένεια και τις κοινωνικές υπηρεσίες να της λένε ότι έπρεπε να ζητήσει από τα οικογενειακά δικαστήρια να του περιορίσουν την πρόσβασή στα παιδιά τους.

Οι δικαστές των οικογενειακών δικαστηρίων έχουν να παλέψουν με τις αναξιόπιστες αποφάσεις και τις περικοπές νομικής βοήθειας που καθιστούν δυσκολότερη την ακριβή αξιολόγηση των κινδύνων για τα παιδιά. Όμως, εξάρτηση αυτών των αποφάσεων από ένα δικαστικό σώμα πολύ με δυσανάλογη πλειοψηφία ανδρών, που δεν έχει εκπαιδευτεί στην ενδοοικογενειακή κακοποίηση, ορισμένοι από τους οποίους φαίνεται να μην έχουν κανένα πρόβλημα να μεταφέρουν τις κοινωνικές τους προκαταλήψεις στην αίθουσα του δικαστηρίου, είναι βέβαιο ότι θα προκαλέσουν προβλήματα. Δεδομένης της πιθανότητας σφαλμάτων στην ανθρώπινη κρίση, φυσικά μπορεί και να υπάρχουν πατέρες που είχαν αδικαιολόγητους περιορισμούς στην πρόσβαση στα παιδιά τους. Αλλά η ισορροπία των αποδεικτικών στοιχείων δείχνει ένα σύστημα που είναι προκατειλημμένο εναντίον κακοποιημένων γυναικών και παιδιών, και εναντίον αθώων και αδίκως κατηγορούμενων ανδρών.

*Η Sonia Sodha είναι αρθρογράφος στον Guardian και τον Observer

Το πρωτότυπο άρθρο του Guardian (5/3/20): https://bit.ly/34C2NaJ