Η θέση της γυναίκας στον δυτικό κόσμο και το δικαίωμα στην έκτρωση

Γράφει η Βέρα Σιατερλή

Η θέση της γυναίκας στον δυτικό κόσμο διαμορφώθηκε μέσα από τις χριστιανικές πεποιθήσεις. Πολλές φεμινίστριες κατηγορούν την Αγία Γραφή πως οι ανδροκεντρικές ιστορίες συμβάλλουν στην πατριαρχία. Οι γυναίκες εμφανίζονται στην Αγία Γραφή με υποβαθμισμένο ρόλο. Για παράδειγμα, θεωρούνται μιερές κατά την περίοδο της έμμηνης ρήσης τους, καλούνται να σιωπούν στις εκκλησίες, και να υποτάσσονται στον άνδρα, κλπ. Ο Ιησούς ακόμη, στον γάμο της Κανά, φέρεται ότι μιλάει απότομα στη μητέρα του, με τρόπο που παραβιάζει την εντολή για να τιμάει κάποιος τους γονείς του.

Σύμφωνα με τη φεμινίστρια Barbara G. Walker η θρησκεία αποτελεί τη ρίζα του σεξισμού. Η Walker καταγράφει την υποτίμηση της γυναίκας από διάφορους κλασικούς χριστιανούς συγγραφείς όπως τον Τερτυλλιανό που χαρακτήριζε κάθε γυναίκα ως “πύλη του διαβόλου”, ενώ θεωρούσε τη γυναίκα υπαίτιο για τον θάνατο του Ιησού. Ο Κλήμης ο Αλεξανδρινός (Titus Flavius Clemens) σχολίαζε πως κάθε γυναίκα έπρεπε να νοιώθει ντροπή μόνο και μόνο που είναι γυναίκα. Ο Άγιος Odo of Cluny της Ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας είπε πως οι γυναίκες είναι σάκος από περιττώματα ενώ ο Πάπας Αλέξανδρος Βοργίας θεωρούσε ότι οι περισσότερες γυναίκες είναι η αιτία των δεινών του κόσμου. Ο Θωμάς ο Ακινάτης δίδασκε πως οι γυναίκες είναι εκ φύσεως ελαττωματικές, ατελείς άντρες και γεννήθηκαν επειδή ο πατέρας ήταν άρρωστος ή αμαρτωλός.

Μέχρι και σήμερα, η Καθολική Εγκυκλοπαίδεια γράφει: “Το γυναικείο φύλο είναι από κάποιες απόψεις κατώτερο του ανδρικού τόσο στο σώμα όσο και στη ψυχή.” Στη δυτική κουλτούρα το ξυλοφόρτωμα της γυναίκας και η υποταγή της γυναίκας είναι σύμβολα του γάμου όπου για σκοπούς διακόσμησης για την υποδοχή του Νέου χρόνου στην Αλσατία, ένας ψεύτικος άνδρας έδερνε μια ψεύτικη γυναίκα. Από τον άμβωνα, οι άντρες διδάσκονταν να δέρνουν τις γυναίκες τους και οι γυναίκες να φιλούν το μαστίγιο που τις κτυπάει. Ένα εκκλησιαστικό κείμενο του 15ου αιώνα, γράφει πως ο άντρας πρέπει να τρομοκρατεί τη γυναίκα του, και αν δεν το πετυχαίνει, τότε να την κτυπάει. Σύμφωνα με την Barbara Walker, το 85% των θυμάτων της Ιεράς εξέτασης ήταν γυναίκες.

Σύμφωνα με τη δομική (στουχτουραλιστική) ανάλυση της Βίβλου το βιβλικό κείμενο είναι γραμμένο σαν να είναι ανδρική μυθολογία και έτσι ο Χριστιανισμός είναι ένα πατριαρχικό σύστημα. Η πατριαρχία δημιούργησε τον Θεό κατ’ εικόνα του άνδρα.

Η Katharine M. Rogers υποστηρίζει ότι ο Χριστιανισμός είναι μισογυνίστικος και απαριθμεί στο βιβλίο της όσα θεωρεί ως συγκεκριμένα παραδείγματα από τις επιστολές του Αποστόλου Παύλου. Σύμφωνα με αυτή, οι βάσεις του πρώιμου χριστιανικού μισογυνισμού- οι ενοχές για το φύλο, η επιμονή για γυναικεία υποταγή, ο φόβος για γυναικεία αποπλάνηση- είναι όλα στις επιστολές του Αποστόλου Παύλου. Πρόσφεραν άπλετα μισογυνίστικα κείμενα Θείας εμπνεύσεως, τα οποία κάθε χριστιανός συγγραφέας μπορούσε να τα χρησιμοποιήσει και αποσπάσματα από τις επιστολές του ακόμη χρησιμοποιούνται στον 20ο αιώνα από όσους αντιτίθενται στην ισότητα για τις γυναίκες.

Ποιες είναι όμως οι πηγές που έχουν διαμορφώσει τη χριστιανική θεολογία και έχουν επηρεάσει όλα τα χριστιανικά δόγματα που αποτελούν το 1/3 των κατοίκων της γης και το μεγαλύτερο μέρος του σύγχρονου προηγμένου κόσμου;

Στα «Πολιτικά» ο Αριστοτέλης θεώρησε τις γυναίκες υποτελείς στους άντρες αλλά ανώτερες από τους δούλους και χωρίς εξουσία. Θεωρούσε πως ο σύζυγος διέθετε πολιτική εξουσία πάνω στη σύζυγό του.

Οι απόψεις του Αριστοτέλη επηρέασαν και την πολιτική σκέψη και τις πεποιθήσεις των ανθρώπων σχετικά με τη σωστή κατανομή των κοινωνικών ρόλων. Η αμφισβήτηση του Αριστοτέλη στις απόψεις του Πλάτωνα σχετικά με την εκπαίδευση των γυναικών και την ίση συμμετοχή τους στα κοινά επηρέασε και τους μεταγενέστερους επί αιώνες με αποτέλεσμα αυτοί οι δύο τομείς να παρακμάσουν κατά την εποχή του Μεσαίωνα αλλά και αργότερα να τεθούν εμπόδια στην κοινωνική πρόοδο, τη μόρφωση των γυναικών και τη συμμετοχή τους στα κοινά.

Οι πεποιθήσεις του Αριστοτέλη όμως, δεν επηρέασαν αρνητικά μόνο τις γυναίκες αλλά και τους περισσότερους άντρες καθώς οι πολιτικές του απόψεις προέβλεπαν και δικαιολογούσαν πολιτικά και ηθικά τον θεσμό της δουλείας. Η φυσική και πολιτική ανωτερότητα του ελεύθερου άντρα έναντι της γυναίκας, του παιδιού και του δούλου οδήγησε στη διαμόρφωση μίας κοινωνικής μορφής που στηρίζονταν όχι στην αμοιβαία συνεργασία και εκτίμηση αλλά σε σχέσεις εξουσίας ανάμεσα σε κυρίαρχους και κυριαρχούμενους. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να δικαιολογηθεί ένα ιεραρχικό και άνισο φεουδαρχικό καθεστώς που κυριάρχησε στην Ευρώπη επί αιώνες και να δοθούν δικαιολογίες σε διάφορες διακρίσεις που εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι και σήμερα στη Δύση.

Ο Αριστοτέλης επηρέασε σχεδόν καθολικά τη θεολογική σκέψη και βλέπουμε χαρακτηριστικά την επίδρασή τουστις διαμάχες των πατέρων από την Σύνοδο της Εφέσου ως την σκέψη ενός από τους μεγαλύτερους θεολόγους και διανοητές του Μεσαίωνα, του Θωμά Ακινάτη. Οι απόψεις αυτές, περασμένες μέσα από θεολογικά, φιλοσοφικά και πνευματικά φίλτρα οδήγησαν, με κυρίαρχη ιδεολογία αυτήν του Θωμά Ακινάτη, στην εμφάνιση του σχολαστικισμού, ενός από τα σημαντικότερα φιλοσοφικά κινήματα του Μεσαίωνα που υιοθέτησε μια στάση εχθρότητας προς τις γυναίκες και στηρίχθηκε στην έννοια της αντρικής ανωτερότητας αντλώντας επιχειρήματα από τον Αριστοτέλη.

Μέσω της επίδρασης του σχολαστικισμού και της εχθρότητας προς τις γυναίκες που εκείνος συνεπάγονταν εξελίχθηκε το αντρικό μοναστικό κίνημα που στηρίζονταν στην αγνότητα, την αποχή από κάθε σεξουαλική δραστηριότητα και την αποφυγή των γυναικών. Οι Πατέρες της Εκκλησίας επηρεασμένοι από τις απόψεις του Αριστοτέλη και την δεισιδαιμονία κατά της πανώλης που αποδιδόταν στις γυναίκες- μάγισσες αντιτάχθηκαν στον ανεξάρτητο γυναικείο ασκητισμό γιατί απειλούσε την κυριαρχία των αντρών πάνω στις γυναίκες με αποτέλεσμα από τον 12ο αιώνα περίπου και μετά να κλείσουν πολλά γυναικεία μοναστήρια σε όλη την Ευρώπη ή να μειωθεί ο ρόλος τους και η εξουσία τους. Αυτό είχε σαν συνέπεια την παρακμή της γυναικείας εκπαίδευσης και τη μείωση του λογοτεχνικού και ιστορικού έργου της Ευρώπης που από τον 9ο αιώνα και μέχρι την επικράτηση του σχολαστικισμού ανθούσε και αναπαράγονταν σε μεγάλο βαθμό στα κατά κανόνα πανίσχυρα γυναικεία μοναστήρια που λειτουργούσαν ως κέντρα εκπαίδευσης για άντρες και γυναίκες.

Η επίδραση του σχολαστικισμού στα νεοσύστατα πανεπιστήμια που άρχισαν να ιδρύονται από τον 12ο αιώνα σταδιακά σε όλη την Ευρώπη ως μετεξέλιξη των αντρικών εκκλησιαστικών σχολών οδήγησε στη διαμόρφωση μιας αυστηρά αντρικής εκπαίδευσης που απαγόρευε τη συμμετοχή στις γυναίκες και ακολουθούσε τα αριστοτελικά δόγματα της αντρικής ανωτερότητας και της γυναικείας ανεπάρκειας. Αυτό όχι μόνο στέρησε από τις γυναίκες τη δυνατότητα εκπαίδευσης (και κατά συνέπεια άσκησης διάφορων επαγγελμάτων) μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα οπότε και άρχισαν σταδιακά και υπό περιορισμούς να γίνονται δεκτές σε διάφορες σχολές, αλλά διαμόρφωσε και μία επιστημονική παράδοση που στηρίζονταν στις αριστοτελικές προκαταλήψεις που άρχισε να αμφισβητείται σταδιακά από τον 17ο αιώνα με την επικράτηση της καρτεσιανής επιστήμης.

Επίσης ο βιολογικός ορισμός του Αριστοτέλη για τη γυναίκα ως «ακρωτηριασμένος άντρας» (όπως εξ άλλου και στην εβραϊκή και χριστιανική θρησκεία) αναπαράχθηκε στα βιολογικά, μαιευτικά, γυναικολογικά και ιατρικά κείμενα αιώνων. Η τάση να θεωρείται το γυναικείο σώμα απόκλιση από το αντρικό διαμόρφωσε μία επίσημη βιολογική και ιατρική σκέψη που διδάσκονταν στα μεσαιωνικά πανεπιστήμια η οποία απέτρεπε την αποτελεσματική αντιμετώπιση και πρόληψη των γυναικείων ασθενειών ενώ υποτιμούσε τη γυναικεία βιολογία με αποτέλεσμα να μην μελετώνται οι γυναικείες λειτουργίες, παθήσεις και ανατομία. Η ύπαρξη και η λειτουργία του ωαρίου ανακαλύφθηκε μόλις έναν αιώνα μετά.

Η θεώρηση της γυναικείας φύσης ως παθητική και κρύα σε αντίθεση με την αντρική που υποτίθεται ότι ήταν ενεργή και ζεστή οδήγησε σε παρανοήσεις σχετικά με τη διαδικασία της αναπαραγωγής και στη διαμόρφωση θεωριών σεξουαλικότητας που οδηγούσαν μακριά από την πραγματικότητα. Αν και η Χίλντεγκαρντ του Μπίνγκεν η σημαντικότερη θρησκευτική ηγέτιδα του 12ου αιώνα στην Ευρώπη, ήδη από τον 11ο αιώνα έκανε λόγο για μια ενεργή και γεμάτη ζωτικότητα γυναικεία σεξουαλικότητα, η επίδραση των αριστοτελικών απόψεων ήταν τόσο ισχυρή που έπρεπε να φτάσουμε στον 20ο αιώνα ώστε η ανθρωπότητα να αρχίσει να κατανοεί σταδιακά τη γυναικεία σεξουαλικότητα.

Η μοναδική θετική συνέπεια για τις γυναίκες της αριστοτελικής άποψης περί «ακρωτηριασμένου άντρα» (θεωρία που επηρέασε και τις φροϋδικές αντιλήψεις αργότερα) ήταν ότι εδράζονταν στην πεποίθηση ότι τόσο το αρσενικό στοιχείο όσο και το θηλυκό αποσκοπούσαν αρχικά στη δημιουργία αρσενικών εμβρύων, δηλαδή στην τέλεια κατά τον Αριστοτέλη μορφή ανθρώπου. Αυτό συνεπάγονταν ότι τόσο οι γυναίκες όσο και οι άντρες ανήκαν στο ίδιο είδος, το ανθρώπινο, μία θεώρηση που επί αιώνες κάθε άλλο παρά αυτονόητη ήταν.

Ήδη από τον 5ο μΧ αιώνα κατά την Γ΄ Οικουμενική Σύνοδο ή Σύνοδο της Εφέσου που συνήλθε στην Έφεσο το 431 από τον Θεοδόσιο Β’ και προεδρεύοντος του Άγιου Κύριλλου Αλεξανδρείας, ετέθη μείζον θεολογικό πρόβλημα μεταξύ της Αλεξανδρινής και της Αντιοχειανής Σχολής, επηρεασμένες από την ελληνική φιλοσοφία, η πρώτη από τον πλατωνισμό η δεύτερη από τον αριστοτελισμό.

Κύριος εκπρόσωπος της Αντιοχειανής Σχολής θεωρείται ο Θεόδωρος Μοψουεστίας και ο μαθητής του Νεστόριος, κληρικός στην Αντιόχεια, ο οποίος και επελέγη από τον αυτοκράτορα για το θρόνο του αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως. Από τη νέα του θέση ο Νεστόριος προέβαλε τις θέσεις της Αντιοχειανής Σχολής, όμως σάλος δημιουργήθηκε, όταν προκάλεσε τη θρησκευτική συνείδηση των πιστών με τις θέσεις του σχετικά με το πρόσωπο της Θεοτόκου την οποία αποκαλούσε «χριστοτόκο». Η αντίληψη αυτή βασιζόταν στο γεγονός της κατωτερότητας της γυναίκας και της απαράδεκτης «ασέβειας» να έχει γεννηθεί μέσω αυτής ένας θεός.

Η Σύνοδος της Εφέσου καταδίκασε τις διδαχές του αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως Νεστορίου, ο οποίος υπερτόνιζε την ανθρώπινη φύση του Ιησού έναντι της θείας, υποστηρίζοντας ότι η Μαρία γέννησε τον άνθρωπο Ιησού και όχι τον Θεό. Μολονότι έκτοτε επικράτησε η πλατωνική θεώρηση, η αριστοτελική ιδεολογία καλά κρατούσε ιδίως στην ανατολική αυτοκρατορία (σήμερα ορθόδοξη εκκλησία) όπου και το σύμβολο του σταυρού πραγματοποιείται με τρία δάχτυλα (Πατήρ-Υιός και Άγιο Πνεύμα) ενώ στη δυτική αυτοκρατορία (σήμερα καθολική εκκλησία) το σύμβολο του σταυρού πραγματοποιείται με τέσσερα δάχτυλα (Πατήρ-Υιός -Άγιο Πνεύμα και Θεοτόκος Μαρία).

Η Οικουμενική Σύνοδος της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, του Τρέντο ή του Τριδέντου παρότι τελέστηκε μετά το σχίσμα του 1054 ή Σχίσμα των δύο Εκκλησιών που διαίρεσε και διάσπασε την κοινωνία μεταξύ της Δυτικής και της Ανατολικής Χριστιανικής Εκκλησίας επανέφερε το 1545, το θέμα, θέτοντας το ερώτημα αν οι γυναίκες είναι ανώτερες των ζώων κι αν έχουν ψυχή. Η καταφατική απάντηση δόθηκε με μία μόνο ψήφο διαφορά. Οι κοινωνικές και πολιτισμικές βεβαιότητες και τάσεις αιώνων έχουν τις επιπτώσεις τους στη διαμόρφωση δοξασιών και αντιλήψεων! Η Καθολική Εκκλησία, κάτω από την πίεση του ανερχόμενου καπιταλισμού που ξανασυνέδεε την αθάνατη ατομική ψυχή με το ιερό δικαίωμα στην ατομική ιδιοκτησία, αναγκάστηκε να αποδεχτεί ότι και οι γυναίκες έχουν ψυχή.

Τί δικαιώματα θα μπορούσε να έχει στην εαυτή του και στην έκτρωση, ένα ον το οποίο μέχρι τότε τίθετο εν αμφιβόλω εάν ήταν ίσο ή λίγο ανώτερο από τα ζώα και που η ύπαρξη του ωαρίου που συντελούσε στην απόλυτη συμβολή στη διαδικασία της αναπαραγωγής, ανακαλύφθηκε έναν αιώνα αργότερα;

Επομένως έρχεται σήμερα η Διαρκής Ιερά Συνόδους της Εκκλησίας της Ελλάδος με την από απόφασή της να υπηρετήσει την λογική της υποταγής το δόγμα κατά των εκτρώσεων με τις ευλογίες της μητσοτακικής πολιτικής με την εγκύκλιο «Περί της προστασίας της ανθρώπινης ζωής και αποφυγής των αμβλώσεων» που θα διαβαστεί στις Εκκλησίες στις 8 Σεπτέμβρη, κατά την «εορτή του Γενεθλίου της Θεοτόκου» σύμφωνα με Δελτίο Τύπου της Εκκλησίας της Ελλάδος.

Αυτή η οπισθοδρομική στάση ενάντια στο αδιαπραγμάτευτο δικαιώμα των γυναικών πάνω στα σώματά τους, έρχεται να συμπληρώσει την απόφαση της 9ης Ιουλίου όταν η Ιερά Σύνοδος πήρε την απόφαση να καθιερώσει την πρώτη  Κυριακή μετά τα Χριστούγεννα ως ήμερα προστασίας του αγέννητου παιδιού και της διεθνούς αμφισβήτησης των δικαιωμάτων των  γυναικών στην αναπαραγωγική υγεία την τελευταία δεκαετία.

ΠΗΓΗ: el.wikipedia.org