Τέσσερις γυναίκες γράφουν θέατρο

 

Γράφει και αλιεύει η Στέλλα Σάμου

Το Σάββατο 09.03.2024 στην εκδήλωση Τέσσερις γυναίκες γράφουν θέατρο που έλαβε χώρα στο
βιβλιοκαφέ Σαίξπηρ με αφορμή την ημέρα της γυναίκας, η Κατερίνα Λουκίδου* παρουσίασε το
έργο της Ειρήνης Σοφιανού…στο Café" από τις εκδόσεις  βακχικόν.

Λίγα λόγια για το έργο.

Δύο αδερφές η Πατρίτσια και η Εύα, καθημερινά ξεκινούν τη μέρα         
τους πίνοντας μαζί η πρώτη τον καφέ της και η δεύτερη το τσάι της
σε ένα café. Οι διαφωνίες και οι καβγάδες τους συνοδεύουν αυτή
τους τη συνήθεια. Μετά από απαίτηση της Πατρίτσια, το πατρικό
τους σπίτι χωρίστηκε σε δύο ξεχωριστά, όταν εκείνη επέστρεψε
μετά από πολλά χρόνια, ώστε να μη συγκατοικεί με την Εύα, γιατί
δεν αντέχει τον χαρακτήρα της. Το γραμματοκιβώτιο, το μόνο κοινό
που έχουν τα δύο σπίτια, θα σταθεί αφορμή για να αποκαλυφθούν
σημαντικά γεγονότα και καταστάσεις που ανατρέπουν πολλά
δεδομένα για τις δύο αδερφές. Ιδιοκτήτης του café είναι ο Βύρωνας,
συμμαθητής της Πατρίτσια από το σχολείο, ο οποίος επεμβαίνει
όταν η κατάσταση μεταξύ τους οξύνεται, έχοντας τον ρόλο του
κόκκινου συναγερμού. Δύο γυναίκες πολύ διαφορετικές, που
όμως αποτελούν τις όψεις του ίδιου νομίσματος. Και όλα αυτά…στο
café.

Η φεμινιστική ματιά της Κατερίνας Λουκίδου για το έργο της Ειρήνης Σοφιανού.

Λόγω της ημέρας θα ρίξω μια φεμινιστική ματιά στο έργο. Γιατί η ημέρα της γυναίκας είναι
πρωτίστως μια ημέρα αναστοχασμού και μια μέρα τιμής για τους αγώνες των γυναικών. Αφορμή
για την ημερομηνία αυτή είναι οι πορείες που στις 8 Μαρτίου 1857 διοργάνωσαν οι εργαζόμενες
στις βιοτεχνίες ενδυμάτων της Ν. Υόρκης απαιτώντας καλύτερες συνθήκες εργασίας, ωράριο δέκα
ωρών και ισότιμα δικαιώματα με τους άνδρες. Και φυσικά οι πορείες αυτές δέχθηκαν επίθεση από
την αστυνομία. Ήταν μια στιγμή πολιτική, μια στιγμή αδελφοσύνης των γυναικών, η κορυφή της
πυραμίδας γιατί εκφράστηκε εκτός του οικογενειακού χώρου, τον οποίο η πατριαρχία έχει αναθέσει
παραδοσιακά στις γυναίκες. Μια κατάρριψη στερεοτύπων στην πράξη.
Ωστόσο αυτό που μας έμαθε το επόμενο κύμα του φεμινιστικού κινήματος είναι ότι πολιτικό είναι
και το προσωπικό. Η ανατροπή των στερεοτύπων και η πάλη για απελευθέρωση λαμβάνει χώρα
πρωτίστως σε τόπους όχι δημόσιους, αλλά ιδιωτικούς, στον σκληρό πυρήνα της οικογένειας, στο
πρώτο στάδιο κοινωνικοποίησης των ατόμων.
Και ένα βασικό στερεότυπο που δομείται καταρχάς στην οικογένεια και διαχέεται σε όλους τους
υπόλοιπους τομείς κοινωνικοποίησης είναι αυτό της ανταγωνιστικής σχέσης των γυναικών, μια
ανάγνωση που αντλεί από βαθιά πατριαρχικά πρότυπα. Οι γυναίκες ανταγωνίζονται με κύριο
έπαθλο το ανδρικό βλέμμα, οι γυναίκες της οικογένειας ασκούνται σε αυτό τον ανταγωνισμό με
έπαθλο την αγάπη του πατέρα, ενώ η μάνα παίρνει και η ίδια μέρος συχνά με σκληρό τρόπο.
Το στερεότυπο των ανταγωνιστικών θηλυκών υποκειμένων αναπαράγεται με επιτυχία στην τέχνη
συσκοτίζοντας τις λεπτές και ανθρώπινες πτυχές των σχέσεων περιορίζοντας τις γυναίκες στο πεδίο
αυτό, ετεροκαθορίζοντάς τις, στερώντας τους την αυτοτέλεια, ανακόπτοντας την πορεία τους προς
την αυτοπραγμάτωση και προς την καλλιέργεια της πραγματικής εαυτής τους. Γιατί οι γυναίκες,
σύμφωνα με όσα υπαγορεύει η πατριαρχία δεν χρειάζονται αυτοτέλεια, ο κοινωνικός τους ρόλος
είναι προκαθορισμένος ακριβώς για το αντίθετο από αυτό. Είναι προορισμένες να εισέρχονται σε
ιεραρχικά δίπολα με κυρίαρχο το δίπολο άνδρα-γυναίκας, ενώ αργότερα ετεροκαθορίζονται από
την σχέση τους με τα παιδιά τους, είτε αυτά υπάρχουν είτε δεν υπάρχουν.

Εδώ κάπου έρχονται οι γυναίκες συγγραφείς, όπως η Ειρήνη Σοφιανού να δώσουν τη ματιά τους
και να συμπληρώσουν τα κενά, να συγκρουστούν με απλουστευμένα και παρωχημένα πατριαρχικά
σχήματα και να περιγράψουν τις αποχρώσεις των σχέσεων, να δώσουν το βίωμά τους, όπως το
αντιλαμβάνονται, χωρίς κανένα ακτιβιστικό στόχο. Ωστόσο η ίδια η πράξη τους αυτή, η άρθρωση
της φωνής τους μέσω των χαρακτήρων τους, πρέπει να ιδωθεί ως πολύτιμη, καθώς εκφέρεται από
γυναίκες, ενώ είμαστε συνηθισμένες στη λογοτεχνία, και γενικώς, να ακούμε για γυναίκες και για
γυναικείες σχέσεις, από άνδρες. Και η αντικατάσταση του ανδρικού βλέμματος από μόνη της είναι
μια κερδισμένη μάχη.
Στο έργο της Ειρήνης παρακολουθούμε μια φορτισμένη σχέση δύο γυναικών αδελφών, δύο
γυναικών που γεννήθηκαν σε ένα τέτοιο ασφυκτικό, ωστόσο απόλυτα συνηθισμένο, πλαίσιο που
μετά από ένα τραυματικό πλήγμα στη σχέσης τους προσπαθούν να την επαναπροσδιορίσουν. Η
Ειρήνη με μια δεξιοτεχνική και άκρως διεισδυτική σε επίπεδο συμβολισμού έμπνευση, τις βάζει να
χωρίσουν το πατρικό τους σπίτι σε δύο αυτοτελή διαμερίσματα. Μια πρώτη διεκδίκηση του
προσωπικού τους χώρου, της ταυτότητάς τους, εντός του άκαμπτου οικοδομήματος της
οικογένειας, μια πράξη την οποία μπόρεσαν να πραγματοποιήσουν μόνο μετά το χαμό των γονιών
τους. Αλλά η επαφή τους με τον έξω κόσμο, την κοινωνία, παραμένει κοινή, καθώς το μόνο κοινό
που διατηρεί η συγγραφέας σε αυτό το σπίτι, είναι το γραμματοκιβώτιο.
Στη συνέχεια οι αδελφές αυτές, η Πατρίτσια και η Εύα, αποφασίζουν να οριοθετήσουν τη σχέση
τους με συναντήσεις εκτός αυτού του σπιτιού. Έτσι πίνουν το καθημερινό πρωϊνό τους ρόφημα
μαζί σε ένα cafe της γειτονιάς, παρότι θα μπορούσαν η μία να πηγαίνει στο σπίτι της άλλης. Είναι ο
τρόπος τους να διαφύγουν και πάλι από σχήματα τα οποία δεν επέλεξαν οι ίδιες και τα οποία
λειτούργησαν απόλυτα διχαστικά.
Η Ειρήνη Σοφιανού αντιλαμβάνεται την ανάγκη των εύθραυστων ηρωίδων για ένα καταφύγιο, έναν
ουδέτερο, ασφαλή χώρο για να συναντηθούν, να επανασυστηθούν, να αναπτυχθούν, να
συγκρουστούν, να αντιληφθούν ότι η ταυτότητα της μίας περιέχει και την άλλη, με τρόπο που τις
καθορίζει αλλά δεν τις περιορίζει. Αντίθετα, τις αναπτύσσει. Στο cafe οι ηρωϊδες επιλέγουν η μία
την άλλη τη μία μέρα μετά την άλλη. Δεν υπάρχει παρελθόν, ούτε μέλλον, μόνο παρόν και η
ανάγκη τους, μια ανάγκη για «μοίρασμα και αποδοχή», όπως μας λέει η συγγραφέας στο εισαγωγικό της σημείωμα. Και αυτή η σύνδεση, κόντρα σε κάθε εμπόδιο που τους έχει τεθεί, είναι για αυτές η απελευθέρωση.
Δεν είναι εύκολο. Θα χρειαστούν ενδυναμωτικές κοινές τελετουργίες όπως η επιλογή του τραπεζιού
κάθε φορά ανάλογα με τον καιρό. Μια προσπάθεια να ανακτήσουν τον έλεγχο σε αυτή την
φορτισμένες συναντήσεις μέσω ενός κοινού παρονομαστή επικοινωνίας. Και θα χρειαστούν και τη
βάση κάθε ανθρώπινης σύνδεσης: την επαναληπτικότητα, τις μικρές καθημερινές πρακτικές χωρίς
εμφανές νόημα που λειτουργούν αθροιστικά. Aυτές που τους έλειψαν όσο ζούσαν ξεχωριστές ζωές.
Αυτές που τους στέρησε το οικοδόμημά τους.
Κι έτσι η σχέση των δύο γυναικών καταρχάς ανταγωνιστική και απόμακρη, αρχίζει να βασίζεται
στα μικρά που είναι τόσο μεγάλα. Στο καθημερινό, το υπαρκτό, το ορατό, το ταπεινό, σε αυτό που
η κοινωνία έχει αποφανθεί ότι είναι πρωτίστως θηλυκό, τη φροντίδα. Μαζί φροντίζουν για το σπίτι
τους, μαζί φροντίζουν για την υγεία τους, μαζί φροντίζουν για το μέλλον τους. Και αυτή είναι η
φωνή των γυναικών. Μπορούν να μιλήσουν για τα μεγάλα, μέσω των μικρών. Γνωρίζουν την
ποίηση της καθημερινότητας που η Ειρήνη μας δίνει σε δόση τόση όσο το φως της να εξαφανίσει
κάθε σκιά.
Όσο χαλάει ο καιρός, τα αληθινά ζητήματα βγαίνουν στην επιφάνεια. Μια καθαρτική τελική σκηνή
θα απελευθερώσει την Πατρίτσια και την Εύα, θα τις αφήσει να βαδίσουν χέρι- χέρι το δρόμο προς
τα πίσω, προς την παιδική τους ηλικία πριν φορτιστούν με όλες τις απαιτήσεις και επιτελέσεις της
κοινωνίας, εκεί που υπήρχε η ενστικτώδης αυτονομία, εκεί που άρχισε να δομείται η εαυτή τους.
Εκεί που οι διαφορές μεταξύ τους, δεν αποτελούσαν βάση ανταγωνισμού, αλλά αλληλεγγύης.
Και, εν τέλει, η Ειρήνη Σοφιανού με το έργο της μας, μέσω δυο αδελφών, της Εύας και της
Πατρίτσιας, μας περιγράφει τη συνταγή της για γυναικεία αδελφοσύνη και αδελφότητα. Αποδοχή
της αυτοτέλειας και των διαφορών, φροντίδα, κοινό μέτωπο. Κάτι σαν αυτό που γίνεται σήμερα σε
αυτό το πάνελ και σε αυτή την αίθουσα."
*Η Κατερίνα Λουκίδου θεατρική συγγραφέας, είναι πολιτική επιστήμονας, εργάζεται στη Γενική
Γραμματεία Ισότητας των Φύλων και διδάσκει θεατρική γραφή. Στην ανωτέρω εκδήλωση ήταν μια
από τις τέσσερις συγγραφείς που παρουσίασε το θεατρικό της έργο Αναμονή από τις εκδόσεις
βακχικόν.