Εργαζόμενη μητέρα στην Ελλάδα

Aldo Giannotti, An angle of 180 degrees is a straight line or half a circle, 2007, Courtesy of the artist.

Γράφει η Δήμητρα Τριανταφύλλου

Την Κυριακή είναι η Ημέρα της Μητέρας και προβλέπεται να ακούσουμε πολλά και όμορφα λόγια από τα στόματα πολιτικών, δημοσιογράφων και συζύγων. Όμως, δυόμιση δεκαετίες μετά τον σχεδιασμό για την προστασία της μητρότητας, πόσο αλήθεια προστατευμένες είναι οι Ελληνίδες;

Μια φορά κι έναν καιρό, στη χαρούμενη Ελλάδα της δεκαετίας του ’90 άρχισαν να δημιουργούνται οργανωμένα οι νόμοι προστασίας της μητρότητας. Και μπορεί να μάθαμε πως είμαστε όλοι ίσοι απέναντι στον νόμο, όμως για τις μητέρες φαίνεται πως έγινε μία εξαίρεση και τα δικαιώματα κατέληξαν να είναι πολύ διαφορετικά, ανάλογα με το αν εργάζονταν στον δημόσιο ή τον ιδιωτικό τομέα, ενώ για τις αυτοαπασχολούμενες ούτε συζήτηση, καθώς μόλις το 2015 ορίστηκε ένα στοιχειώδες πλαίσιο.

Χαρακτηριστικό των πολλών ταχυτήτων στην προστασία της μητρότητας είναι το γεγονός ότι σε αρκετές επίσημες έρευνες“Paternity and Parental Leave Policies Across the European Union”, Rand Europe για το θέμα της εργασίας και της μητρότητας στη Γηραιά Ήπειρο, η Ελλάδα εμφανίζεται δύο φορές, με τις κωδικές ονομασίες GrPu (Greece-Public Sector/Ελλάδα-Δημόσιος Τομέας) και GrPr (Greece-Private Sector/Ελλάδα-Ιδιωτικός Τομέας).

Ένα (δύο, τρία) πλαίσια με πολλές ταχύτητες

Να διευκρινίσουμε αρχικά ότι γενικότερα στον δυτικό κόσμο οι άδειες που συνδέονται με την απόκτηση ενός παιδιού χωρίζονται σε τρεις βασικές κατηγορίες:

Για τις μητέρες (μητρότητας)
Και για τους δύο (γονικές)
Για τους μπαμπάδες (πατρότητας)

Ο μέσος όρος της πληρωμένης άδειας τοκετού και λοχείας (μητρότητας) στην Ευρώπη είναι 23 εβδομάδες. Στην Ελλάδα στον ιδιωτικό τομέα πέφτει στις 17 και στον δημόσιο ανεβαίνει στις 21. Βέβαια στο δημόσιο η μητέρα δικαιούται στη συνέχεια μειωμένο ωράριο κατά 2 ώρες κάθε μέρα για τους επόμενους 12 μήνες (για τον θηλασμό) και κατά μία ώρα για άλλους έξι. Αν δεν θέλει το μειωμένο, η μητέρα μπορεί να πάρει αντ’ αυτού μια 9μηνη άδεια μετ’ αποδοχών, την οποίαν επιλέγει η πλειοψηφία και τελικά καταλήγει με συνεχόμενη άδεια που υπερβαίνει τον χρόνο.

Στον ιδιωτικό τομέα το μειωμένο ωράριο μετά την άδεια λοχείας μπορεί επίσης να “ανταλλαχθεί”, με συνεχόμενες 15 εβδομάδες πληρωμένης γονικής άδειας –μόνο που σπανιότατα γίνεται, καθώς ο εργοδότης πολύ δύσκολα συμφωνεί να τις δώσει μαζεμένες, όπως μας ενημερώνει ο Δημοσθένης Τρέμος, διευθυντής της Γενικής Γραμματείας Ισότητας των ΦύλωνΗ ιστοσελίδα (Γ.Γ.Ι.Φ.). Αν η μητέρα δεν κάνει καθόλου χρήση αυτού του χρόνου, μπορεί αυτές τις ώρες να τις ζητήσει από τον εργοδότη του ο πατέρας ιδιωτικός υπάλληλος, αλλά αυτό είναι επίσης κάτι που συμβαίνει σπάνια τόσο γιατί οι άνδρες εργαζόμενοι πιστεύουν ότι κάτι τέτοιο θα προκαλέσει δυσαρέσκεια στην εργασία τους όσο και γιατί η κουλτούρα των αδειών στην Ελλάδα συνεχίζει να είναι μαμαδοκεντρική.

Όσο για τη γονική άδεια άνευ αποδοχών, η διάρκεια της οποίας για κάθε γονιό είναι αποτέλεσμα του χρόνου που κάνει χρήση ο έτερος γονιός, στον ιδιωτικό τομέα είναι 4 μήνες για κάθε έναν ξεχωριστά, ενώ στον δημόσιο οι δύο σύζυγοι μαζί μπορούν να φτάσουν τα πέντε έτη άνευ αποδοχών. Κι έτσι, στην έρευνα που πραγματοποίησε η ΕΕ το 2015 για την Ισότητα των Φύλων, η γονική άδεια στον ελληνικό δημόσιο τομέα εμφανίζεται πρώτη πανευρωπαϊκά (σελ. 68 του εγγράφου), ενώ στον ιδιωτικό τομέα είναι 6η πριν το τέλος.


Γιατί συμβαίνει αυτό; Όπως το θέτει η πολιτικός και καθηγήτρια Οικονομικών του Φύλου στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Αντιγόνη Λυμπεράκη, «στην Ελλάδα υπάρχει μια διαχρονική πεποίθηση ότι όσοι δουλεύουν στο δημόσιο είναι τα χαϊδεμένα παιδιά και όλοι οι υπόλοιποι… γαλέρα».

Η Έλλη Βαρχαλαμά, δικηγόρος και νομική σύμβουλος στην ΓΣΕΕ, προσθέτει ότι εκτός από το γυναικείο κομμάτι της γαλέρας υπάρχει κι αυτό που εργάζεται στην «γκρίζα ζώνη».

Η γκρίζα ζώνη

Και ποιες περιλαμβάνει αυτή η ζώνη; Γυναίκες που δουλεύουν με συμβάσεις ορισμένου χρόνου, με συμβάσεις παροχής υπηρεσιών –που μπορεί να υποκρύπτουν εξαρτημένη εργασία– (βλ. τίτλοι κτήσης ή δελτία παροχής υπηρεσιών), γυναίκες που ασκούν ελεύθερα επαγγέλματα (βλ. έμποροι, λογίστριες, αρχιτέκτονες, μηχανικοί, δικηγόροι, γιατροί που δεν δουλεύουν στο Εθνικό Σύστημα Υγείας, καλλιτέχνες κ.ά.). Ακόμα, γυναίκες που εργάζονται με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου στο δημόσιο, σε ΝΠΙΔ του δημοσίου, εργαζόμενες που έχουν προσληφθεί μέσω ΕΣΠΑ, ειδικευόμενες γιατρούς και εργαζόμενες σε προγράμματα κοινωφελούς εργασίας του ΟΑΕΔ.

Και τι δικαιούνται όλες αυτές; Από τίποτα απολύτως (για όσες πληρώνονται με τίτλους κτήσης) μέχρι τις παροχές που ισχύουν για τον ιδιωτικό τομέα, το πολύ.

Και φυσικά υπάρχει και η αδήλωτη εργασία, που όλες οι ενδείξεις δείχνουν ότι γιγαντώνεται στην Ελλάδα της κρίσης. Όπως σημειώνει η κυρία Βαρχαλαμά: «Το έλλειμμα της καταγραφής στοιχείων παραμένει διαχρονικά ένα σοβαρό εμπόδιο. Θα έπρεπε να μας τρομάζει το γεγονός ότι οι γυναίκες που εργάζονται στην “γκρίζα ζώνη” είναι πάνω από 500.000. Παράλληλα, γνωρίζουμε ότι εν μέσω κρίσης έχουν αυξηθεί οι ψευδώς δηλωμένοι εργαζόμενοι. Δηλώνεται για παράδειγμα μια γυναίκα ως part time, ενώ στην πραγματικότητα είναι full time. Επίσης, ξέρουμε ότι ένα 30% των γυναικών που δουλεύουν στον ιδιωτικό τομέα δέχονται πιέσεις για παραβίαση των εργασιακών τους δικαιωμάτων κατά την προστατευμένη περίοδο της μητρότητας».

Μια λύση απελπισίας: η αυτοαπασχόληση

Στην Ελλάδα της κρίσης, η part time εργασία και η αυτοαπασχόληση για λόγους προφανείς αυξάνονται διαρκώς. Σύμφωνα με την έκθεση “Gender equality and economic independence: part-time work and self-employment” που δημοσιοποίησε το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο για την Ισότητα των Φύλων. Το 2012 το 32,1% των γυναικών εργάζονταν με μερική απασχόληση (γεγονός που τις καθιστά περισσότερο ευάλωτες απέναντι στη φτώχεια) έναντι του μονοψήφιου 8,9% για τους άνδρες.

Η Στέλλα Κάσδαγλη, εμπνεύστρια του δικτύου mentoring για γυναίκες Women On Top, δίνει την εξής εικόνα: «Το 50% των γυναικών που απευθύνονται στο Women On Top είναι μητέρες. Το σύνηθες παράπονο είναι: “είμαι άνεργη ή σε μια δουλειά που δεν με καλύπτει δημιουργικά αλλά κι από άποψη χρόνου μιας και δεν μου επιτρέπει να είμαι αρκετά με τα παιδιά και γι’ αυτό θέλω να κάνω κάτι δικό μου”».

Τι συμβαίνει όμως με αυτές που κάνουν κάτι δικό τους; Για την αυτοαπασχόληση ειδικά, εκτός από το χάσμα που συχνά βλέπει η εγγεγραμμένη στο ΤΕΒΕ ανάμεσα στις ασφαλιστικές εισφορές που a priori πρέπει να πληρώνει και στο ποσό που κερδίζει από την εργασία της, υπάρχει και το πρόβλημα έλλειψης παροχών μητρότητας.

Η Ελλάδα έκανε πράξη την υπ αρ. 2010/41/ΕΕ οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για θέσπιση παροχών μητρότητας για τις αυτοαπασχολούμενες πέντε χρόνια μετά την έκδοσή της (στις 23/1/2015) μέσα από ένα επίδομα μητρότητας της τάξης των €150 για 4 μήνες. Ο Δημοσθένης Τρέμος της Γ.Γ.Ι.Φ. κρίνει το επίδομα ανεπαρκές, με βάση τον σκοπό του να επιτρέψει «την προσωρινή διακοπή του επαγγέλματός της μητέρας λόγω εγκυμοσύνης ή μητρότητας». Τονίζει ακόμα ότι σημαντικός αριθμός γυναικών, τυπικά ελεύθερων επαγγελματιών, εργάζεται σε έναν μόνο εργοδότη. «Παρ’ όλα αυτά, δεν καλύπτονται από τις διατάξεις που αφορούν στην προστασία από απόλυση κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και της λοχείας».

H αλήθεια είναι ότι στην υπόλοιπη Ευρώπη το πλαίσιο για τις αυτοπασχολούμενες είναι σαφώς πιο ρυθμισμένο. Να, και πάλι, ένα ωραίο παράδειγμα. Στη Γαλλία, για τις αυτοαπασχολούμενες υπάρχουν δύο τύποι παροχών για την άδεια τοκετού και λοχείας: το «ημερήσιο πόσο για παύση εργασιακής δραστηριότητας» και η «παροχή για ξεκούραση». Ανάλογα με το αν η παύση που κάνει η μητέρα πριν την γεννά και μετά από αυτήν διαρκεί από 44 έως 74 ημέρες, το συνολικό ποσό κυμαίνεται από €5.000 έως €6.000.

H πραγματικότητα εκεί έξω

Με τη Στέλλα Κάσδαγλη δοκιμάσαμε το εξής: να ζητήσουμε από μητέρες εργαζόμενες με ένα ποστ στο group συζήτησης του δικτύου στο facebook να μας πουν τις εμπειρίες τους στον εργασιακό τομέα.

Οι απαντήσεις δυσαρέσκειας άρχισαν να πέφτουν βροχή. Μερικές από αυτές: η Α. (που θέλει να διατηρήσει την ανωνυμία της για να μην προκαλέσει πρόβλημα στον σύζυγό της που είναι εργαζόμενος στον ίδιο χώρο με τον δικό της) λέει: «Είμαι εκπαιδευτικός. Όταν έμεινα έγκυος εργαζόμουν σε ιδιωτικό σχολείο ως υποδιευθύντρια. Ήθελα να εργαστώ part time όπως συμβαίνει σε πολλές άλλες χώρες αλλά αυτή η επιλογή δεν υπήρχε. Επειδή έχω ακαδημαϊκό υπόβαθρο κατάφερα και μεταπήδησα στην μεταλυκειακή εκπαίδευση ως part timer, όπου και δούλεψα μέχρι το τέλος της εγκυμοσύνης μου. Υπήρξε πίεση να επιστρέψω στους 4 μήνες, κάτι που δεν με συνέφερε οικονομικά, διότι ο μισθός ήταν ίδιος με το επίδομα μητρότητας –συν το ότι έπρεπε να βρω κάποιον να προσέχει το παιδί, δηλαδή θα έβγαινα μείον κάθε μήνα. Συνεχίζω τώρα μετά από δύο χρόνια στην ημιαπασχόληση, αλλά με κακές αποδοχές και καμία προοπτική».

Η Ελευθερία Μαργαρίτη, ελεύθερη επαγγελματίας-μηχανικός περιγράφει: «Μόλις έγινα μητέρα συνειδητοποίησα ότι οι μηχανικοί δεν δικαιούμαστε τίποτα που να μας επιτρέπει να φροντίσουμε στην ουσία το παιδί μας αμέσως μετά τον τοκετό, χωρίς να ανησυχούμε για το τι θα γίνει με την καθημερινή εργασία μας. Από το ΤΣΜΕΔΕ, το ταμείο μας, παίρνουμε επίδομα €200 για 4 μήνες μετά τον τοκετό, ποσό που σε καμία περίπτωση δεν σου επιτρέπει να σταματήσεις τη δουλειά σου αν εξαρτάσαι άμεσα οικονομικά από αυτήν. Επίσης, 15 μήνες μετά τη γέννηση του παιδιού μου ακόμα δεν τα έχω εισπράξει».

Αυτό που μας κρατά δέσμιους

Εκτός από τις πολλές ταχύτητες, τις γκρίζες ζώνες και τις παραβιάσεις των παροχών, ποια είναι η βασική νοοτροπία που κάνει την Ελλάδα ανεπαρκή στο ζήτημα του συνδυασμού της εργασίας με τη μητρότητα; Ο Δημοσθένης Τρέμος είναι περιεκτικός στην απάντησή του: «Η έλλειψη πολιτικού σχεδιασμού στο κομμάτι της προστασίας της μητρότητας είναι διαχρονική. Δεν υπήρξε ποτέ ένας συνολικός σχεδιασμός που να ενδυναμώνει τις γυναίκες και την εργασιακή τους ζωή».

Η Αντιγόνη Λυμπεράκη ξεδιπλώνει περαιτέρω το νήμα: «Στη χώρα μας πετάμε χρήματα στα προβλήματα μέσα από επιδόματα και νομίζουμε ότι ξεμπερδέψαμε. Η έλλειψη των κοινωνικών υπηρεσιών και το βάρος της ανατροφής των παιδιών που συνεχίζει σε μεγάλο βαθμό να πέφτει στους ώμους των γυναικών δεν αφήνει τους εργοδότες να δουν τις γυναίκες ως στελέχη που θα συνεχίζουν απρόσκοπτα την πορεία τους. Κι έτσι, επειδή δεν υπάρχει μια συνολική χάραξη πολιτικής, φτιάχνουμε πλαίσια αντιμετωπίζοντας τις γυναίκες ως “εύθραυστα βάζα”. Πόσο λογικό ήταν να δίνεις σύνταξη σε μια γυναίκα τραπεζοϋπάλληλο στα 45 της με την αβάσιμη δικαιολογία των ανήλικων τέκνων; Στην ουσία αυτό που της έλεγες ήταν να γίνει η τέλεια νοσοκόμα/νοικοκυρά για την οικογένειά της από αυτήν την παραγωγική ηλικία. Είναι αυτό ισότητα;».
Κι όλα αυτά την ώρα που σύμφωνα με το «Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο για την Ισότητα των Φύλων» ο μέσος όρος του επαγγελματικού χάσματος στην E.E λόγω φύλου είναι 11,6% –χάσμα που αυξάνεται ανάλογα με τον αριθμό των παιδιών.

H Στέλλα Κάσδαγλη επιβεβαιώνει τα παραπάνω: «Οι μητέρες σε πιο δομημένες καριέρες θεωρούνται από τις ελληνικές επιχειρήσεις ανελαστικές ως προς τη διαθεσιμότητά τους. Όταν ως Women on Top ρωτούσαμε στελέχη πολυεθνικών εταιρειών σε τμήματα Ανθρώπινου Δυναμικού αν μετράει αρνητικά για μια υποψήφια εργαζόμενη το γεγονός ότι είναι ή μπορεί να γίνει μητέρα, μας απαντούσαν: «Όχι πολύ. Μόνο 5-10%…».

Με δύο λόγια, αυτό που μας κρατά δέσμιους είναι η έλλειψη παρακολούθησης από το κράτος των σημερινών αναγκών της κοινωνίας κι έπειτα το άνοιγμα του δημόσιου διαλόγου πάνω στο ζήτημα και η εφαρμογή στοχευμένων πολιτικών.

Ο ρόλος του πατέρα

«Στην Ελλάδα η προστασία και η ενθάρρυνση της πατρότητας παραμένει άπιαστο όνειρο», λέει η Έλλη Βαρχαλαμά. Στην έκθεση “Paternity and Parental Leave Policies Across the European Union” που δημοσίευσε η Rand Europe το 2016 με θέμα «Πολιτικές για την άδεια πατρότητας και τη γονική άδεια σε όλη την Ευρώπη», αναφέρεται ότι 23 κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν θεσπισμένη πατρική άδεια με μέσο όρο τις 12,5 ημέρες (το χαμηλότερο είναι η μία ημέρα στην Ιταλία και το υψηλότερο οι 64 στη Σλοβενία).

Στην Ελλάδα η πατρική άδεια (τόσο στον ιδιωτικό όσο και στον δημόσιο τομέα) είναι δύο ημέρες (προτελευταία θέση).

Και τι ποσοστό των πατεράδων κάνει πανευρωπαϊκά χρήση των γονικών αδειών; Ένα 10% κατά μέσο όρο. Το χαμηλότερο (0,02%) ανήκει στην Ελλάδα και το υψηλότερο (44%) στη Σουηδία.

 


Και πώς πείθεις τους μπαμπάδες; Να μερικά ωραία παραδείγματα: Στη Γαλλία η γονική άδεια αντιστοιχεί σε 4 μήνες για τη μητέρα και 4 μήνες για τον πατέρα. Αν όμως ο πατέρας δεν κάνει χρήση της άδειας, τότε αυτή μειώνεται αυτόματα στους 6 μήνες αντί για 8, συνολικά. Στην επαρχία Piedmont της Ιταλίας οι μπαμπάδες λαμβάνουν ένα έξτρα μπόνους €400 τον μήνα αν κάνουν χρήση της άδειας μέχρι τα 5 έτη του παιδιού τους.

Πέρα από τις άδειες λοχείας

Και βέβαια τα παιδιά είναι μωρά για λίγους μόνο μήνες, παραμένουν όμως εξαρτημένα από τη φροντίδα των ενηλίκων για μιάμιση δεκαετία! Μία από τις μεγαλύτερες ανάγκες που δεν καλύπτονται στην Ελλάδα είναι οι υπηρεσίες φροντίδας του παιδιού. Το μεγαλύτερο πρόβλημα για τις Ελληνίδες εργαζόμενες μητέρες είναι τα ωράρια του παιδικού σταθμού και του σχολείου, που δεν συμβαδίζουν με το ωράριο της δουλειάς, τη στιγμή μάλιστα που τα τελευταία χρόνια παρατηρείται ότι η εργασία ξεκινάει όλο και πιο αργά μέσα στην ημέρα. Επίσης, στη χώρα μας έχουμε να αντιμετωπίσουμε και την έλλειψη θέσεων στους δημόσιους παιδικούς σταθμούς, φαινόμενο που εντάθηκε στα χρόνια των περικοπών.

Σύμφωνα με έκθεση “Barcelona objectives: The development of childcare facilities for young children in Europe with a view to sustainable and inclusive growth” της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Μάιος 2013) με θέμα την ανάπτυξη των υπηρεσιών φροντίδας για παιδιά νηπιακής ηλικίας, η Ελλάδα μαζί με 10 ακόμη κράτη μέλη (Πολωνία, Βουλγαρία, Ρουμανία, Σλοβακία, Τσεχία, Κροατία κ.ά.) πρέπει ακόμα να καταβάλει σημαντική προσπάθεια. Ένα ωραίο αντιπαράδειγμα δίνουν οι γαλλικές δημόσιες αρχές, που τον τελευταίο καιρό ενθαρρύνουν τη δημιουργία «βρεφονηπιακών σταθμών επιχειρήσεων» για τη φροντίδα των παιδιών του προσωπικού τους.

Τι θέλουν οι γυναίκες και πώς το διεκδικούν

Σε αυτό το σημείο πρέπει όλες (και όλοι) να παραδεχτούμε ότι τις δεκαετίες του ’80 και του ’90 με την ευφορία για πυξίδα μας η εργαζόμενη μητέρα ήταν σχεδόν εξοβελισμένη από τον δημόσιο διάλογο. Όπως το θέτει ο κ. Τρέμος: «το ζήτημα αναδεικνύεται περισσότερο αυτή τη στιγμή γιατί τον καιρό της επίπλαστης ευημερίας οι γυναίκες άντεχαν οικονομικά να ρυθμίζουν τις ελλείψεις του εργοδοτικού πλαισίου γύρω από τις παροχές της μητρότητας».

Και τώρα; Τι θέλουμε οι εργαζόμενες μητέρες; Ξέρουμε; Η Στέλλα Κάσδαγλη έχει μιαν άποψη: «Ναι στις παροχές που δεν ανακόπτουν την πορεία των γυναικών προς τις θέσεις ευθύνης».

Ωραίο ακούγεται, αλλά το ζητάμε; Ο οργανωμένος φεμινισμός στη χώρα μας θέτει τα ζητήματα;

Η γνώμη της Στέλλας είναι ότι υπάρχουν μεμονωμένες φωνές που αρθρώνουν φεμινιστικό λόγο, αλλά δεν είναι αρκετές για να περάσει το θέμα στον δημόσιο διάλογο, σε σταθερή βάση. «Τα πράγματα κινούνται πολύ νωχελικά. Είναι λες και δε θέλουμε να ασχοληθούμε. Είναι λες και το mainstream σνομπάρει τον φεμινισμό και ο φεμινισμός σνομπάρει το mainstream, με αποτέλεσμα η συζήτηση να μένει μονίμως στο περιθώριο».

Και κάπως έτσι, και αφού συζήτησα αρκετά με γυναίκες στο facebook group του Women On Top για να λάβω την απάντηση «τίποτα δεν με εκφράζει για τις διεκδικήσεις μου εκεί έξω», σκέφτηκα να πάρω και την γνώμη της Σίσσυς Βωβού, της πιο γνωστής ίσως οργανωμένης φεμινίστριας στην Ελλάδα.

«Είναι γεγονός ότι εμείς οι ίδιες οι γυναίκες δεν βάζουμε έντονα στον δημόσιο διάλογο το ζήτημα του συνδυασμού μητρότητας κι εργασίας, συνεπώς γιατί να ενδιαφερθεί κάποιος άλλος για εμάς; Η πραγματικότητα είναι ότι το φεμινιστικό κίνημα στην Ελλάδα είναι αδύναμο. Να σημειώσω βέβαια ότι οι φεμινιστικές οργανώσεις στην Ελλάδα δεν έδωσαν από την αρχή της δημιουργίας τους βαρύτητα στο θέμα των εργασιακών και της μητρότητας –δεν ήταν μέσα στις επιλογές τους. Αντίθετα, έβαλαν έντονα το θέμα της επιλογής, της αντισύλληψης και της έκτρωσης, και είχαμε θετικά αποτελέσματα».
«Τώρα όμως πρέπει να συγκεντρωθούμε στο θέμα αυτών των δικαιωμάτων. Τα στερεότυπα αλλά και το γεγονός ότι θεωρούν κάποιες και κυρίως κάποιοι ότι υπάρχουν θεσπισμένοι νόμοι, άρα έχει επιτευχθεί η ισότητα, έκαναν τις γυναίκες να μην διεκδικούν έντονα τέτοια θέματα. Οι γυναίκες φοβούνται να θέσουν όλα αυτά τα ζητήματα στους χώρους εργασίας τους για να μη θεωρείται ότι πιέζουν κι ότι δεν είναι “ευχάριστες”. Πάντως για εμάς, η ενθάρρυνση των πατεράδων να συμμετέχουν στην ανατροφή των παιδιών τους είναι από τις ισχυρές διεκδικήσεις μας. Σκεφτείτε ότι πριν από λίγα χρόνια μίλαγα με ανώτερο στέλεχος της ΓΣΕΕ, μέλος του ΣΥΡΙΖΑ, που δεν γνώριζε καν ότι οι άνδρες δημόσιοι υπάλληλοι δικαιούνται γονική άδεια, ενώ αυτό ήταν θεσμοθετημένο από την αρχή!».

Τι θα μπορούσε ρεαλιστικά να γίνει;

Θεωρητικά, θα μπορούσαν να παρακολουθηθούν οι συχνές παραβιάσεις των παροχών μητρότητας στον ιδιωτικό τομέα. Η Έλλη Βαρχαλαμά τονίζει σχετικά ότι «οι ελεγκτικοί μηχανισμοί μπορούν μέσω των δηλωμένων στοιχείων ασφάλισης στον ΕΦΚΑ και στον ΕΟΠΥΥ, όπου φαίνεται για παράδειγμα η πιθανή ημερομηνία τοκετού μιας εγκύου, αλλά και των στοιχείων που καταχωρούνται στο σύστημα ΕΡΓΑΝΗ, να διαπιστώσουν αν μια γυναίκα υφίσταται ή όχι παραβιάσεις». Το γιατί ως τώρα δεν κινούνται αυτοί οι μηχανισμοί έχει να κάνει, όπως εξηγούν όλοι οι εμπλεκόμενοι στο ρεπορτάζ, με την διαχρονικά προβληματική και συχνά διεφθαρμένη λειτουργία αυτών των μηχανισμών.

Από την πλευρά της η Φωτεινή Κούβελα, γενική γραμματέας της Γ.Γ.Ι.Φ, μας μίλησε για τις συστηματικές προσπάθειές της Γραμματείας να μεταρρυθμιστεί το νομοθετικό πλαίσιο που διέπει τις γονικές άδειες, έτσι ώστε να οδηγούν σε πιο δίκαιη μεταχείριση των γυναικών. Θεωρεί σημαντικό γεγονός το νομοσχέδιο «Σχέδιο Νόμου για την Ουσιαστική Ισότητα των Φύλων» για την ισότητα των φύλων που αναμένεται να κατατεθεί στη Βουλή από τον υπουργό Εσωτερικών, «στις διατάξεις του οποίου ο εργασιακός παράγοντας αποτελεί κρίσιμο μέγεθος».

Η Μαρία Συρεγγέλλα, υπεύθυνη του τμήματος γυναικών της Νέας Δημοκρατίας, πιστεύει στις λύσεις γύρω από θέματα της καθημερινής ζωής. «Περισσότεροι παιδικοί σταθμοί με διευρυμένο ωράριο. Υπάρχουν προγράμματα ΕΣΠΑ που δεν αξιοποιούνται γιατί δεν υπάρχει σωστός πολιτικός σχεδιασμός. Μια άλλη ιδέα είναι το μοντέλο των childminders, όπως εφαρμόζεται στη Βρετανία, όπου μια μητέρα πληρώνεται για να απασχολεί παιδιά σε επίπεδο γειτονιάς».

Και μια θετική εξέλιξη για το τέλος. Αυτήν την εβδομάδα ο πρωθυπουργός δήλωσε («Οι ανακοινώσεις Τσίπρα από το υπουργείο Παιδείας», newsbeast.gr) ότι θα γίνει υποχρεωτική η φοίτηση και στα προνήπια. Όπως είπε χαρακτηριστικά, «δεν θα υπάρχει κανένα παιδί από 4 χρονών και πάνω που θα μείνει εκτός εκπαίδευσης σε όλη τη χώρα και στο πιο απομακρυσμένο χωριό». Ακόμα, ανακοίνωσε την επέκταση του ολοήμερου προγράμματος, που θα ισχύσει σε όλα τα δημοτικά σχολεία με την έναρξη της νέας σχολικής χρονιάς.

Μένει να δούμε τι από όλα τα παραπάνω θα γίνει στην πράξη.

ΠΗΓΗ: Inside Story 12-5-2017

Δήμητρα Τριανταφύλλου: Εργάστηκε για 10 χρόνια στην Athens Voice. Συνεργάστηκε με κυριακάτικα, αλλά και free press περιοδικά (Βημαgazino, Κ, Γεωτρόπιο, κ.ά) και το site www.monopoli.gr. Τα τελευταία 4 χρόνια συνεργάζεται ως παραγωγός/fixer με μεγάλους δημοσιογραφικούς οργανισμούς του εξωτερικού.