Τα τραγούδια των φυλακισμένων γυναικών

Συντάκτρια: Στελίνα Μαργαριτίδου

«Ανοιξα το πακέτο ν’ ανάψω ένα τσιγάρο

Και στο κρεβάτι ξάπλωσα βαθιά να το φουμάρω

Οπως φυσούσα τον καπνό στο σκοτεινό κελί μου

Είδα να γίνεται άνθρωπος και κόπηκε η φωνή μου»

«Με τα ποιήματα της φυλακής είσαι αληθινός. Δεν μπορείς να πεις ψέματα γιατί μιλάς με τον εαυτό σου, μέσα σ’ ένα κελί, δεν μπορείς να τον κοροϊδέψεις», λέει ο συνθέτης Πάρις Παρασχόπουλος, που μελοποίησε έντεκα ποιήματα από τα «Ποιήματα των φυλακισμένων γυναικών» που θα παρουσιαστούν από τον «Μετρονόμο» το φθινόπωρο στην Αθήνα.

Μια ομάδα μουσικών που «αφηγούνται ιστορίες με νότες» βάζουν στο πεντάγραμμο τον πόνο των έγκλειστων γυναικών, μητέρων των περισσότερων, που αναζητούν λίγο χώρο για το όνειρο στο Γενικό Κατάστημα Κράτησης Θεσσαλονίκης.

Σ’ αυτόν τον έγκλειστο χώρο, εδώ και χρόνια, μια ομάδα ανθρώπων -εκπαιδευτικών και νομικών στην πλειονότητά τους- οργανώνει «Εργαστήρι Γλώσσας και Λογοτεχνίας».

Αποτέλεσμα αυτής της συνάντησης είναι και τα τετράδια ποίησης, όπου γυναίκες, πολλές φορές αγράμματες ή άλλες που δεν μιλούν καν ελληνικά, συνδέουν συναισθήματα με εικόνες, λέξεις και ήχους και προσπαθούν να ανοίξουν λίγο παραπάνω την πόρτα ενός κελιού…

«Ασε με να σ’ αγαπώ/ Από ΄δώ/ Από ΄δώ αυτά μόνο μπορώ/ Κόκκινο να βλέπω»

«Θυμάμαι όταν πέρασα την πόρτα της φυλακής τα περασμένα Χριστούγεννα. Ολοκληρώσαμε σχετικά εύκολα τη διαδικασία εισόδου στη φυλακή και εισήλθαμε στο εσωτερικό της. Στον χώρο όπου σχεδόν κανείς δεν μπαίνει. Το άβατο… Ενας ψυχρός αέρας φύσηξε. Νόμιζες ότι έμπαινε στο πετσί σου. Και ξαφνικά όλα άλλαξαν. Τίποτε δεν ήταν το ίδιο. Την ένιωθες πάνω στο δέρμα σου αυτή την αλλαγή», διηγείται ο Πάρις Παρασχόπουλος, ανατρέχοντας στην εκδήλωση που διοργάνωσε τα περασμένα Χριστούγεννα η ΜΚΟ «Ελλήνιον» στις Φυλακές Διαβατών.

Σ’ αυτές τις δράσεις που συμβαίνουν εδώ και χρόνια στις φυλακές με επίκεντρο τις έγκλειστες γυναίκες, τις μητέρες, δεν υπάρχουν παραβάτες, σωφρονιστικοί υπάλληλοι, φιλάνθρωπες κυρίες και κύριοι.

Υπάρχουν άνθρωποι που σμιλεύονται μέσα από μια ιδιαίτερη, σκληρή αλλά τόσο ουσιαστική σχέση του «μέσα» κόσμου με τον «έξω»…

«Αυτή τη νύχτα μαύρα πέπλα
Απλώθηκαν στα μέσα μου
Σα σύγχρονη Σαλώμη ένα ένα θέλω
να τα πετάξω από πάνω μου
Κι ύστερα ν’ αποκεφαλίσω αυτό το τέρας
που ήρθε στο δρόμο μου
Τη φυλακή μου, τη φυλακή σου, τη φυλακή μας»

«Είμαι πολύ ευτυχισμένος άνθρωπος που η μουσική μού επιτρέπει να τους ”κλέψω” πολύ περισσότερα από τις νότες», λέει ο Πάρις Παρασχόπουλος για την ομάδα των μουσικών στην οποία συμμετέχει.

Τώρα, οι Δημήτρης Νικολούδης, Μαρία Καργαδούρη, Σάκης Βαρβέρης, Φίλιππος Κωσταβέλης και Γιάννης Κολοβός, μέλη της ίδιας ομάδας, μπαίνουν στο στούντιο για «Τα τραγούδια των φυλακισμένων γυναικών» και ταυτόχρονα προετοιμάζονται για τις καλοκαιρινές τους συναυλίες με τίτλο «Ο Ερωτόκριτος και άλλες ιστορίες».

Οι τρεις τελευταίες δουλειές του Πάρι Παρασχόπουλου («Ερωτόκριτος» του Βασίλη Ρώτα, «Πανσέληνο Βλέμμα» σε στίχους του Σταύρου Ζαφειρίου, «Amphipolis και Homo») είναι μουσικά αφηγήματα τόσο προσωπικά όσο και συλλογικά που υπογραμμίζουν με τον δικό τους τρόπο την αγαπημένη φράση του συνθέτη:

«Ολες οι μεγάλες στιγμές του Ανθρώπου καταλήγουν στη μοναξιά. Η μουσική πρέπει να δημιουργεί έναν πιο δίκαιο κόσμο», λέει.


Και έγκλειστες γυναίκες τού απαντούν μέσα από τα κελιά τους:

«Σε σκοτεινό δωμάτιο/ Δραπέτευσαν τα χρώματα
Κουλουριασμένη/ Απομόνωση ψυχής
Με κτίσαν/ Ανοιγμα ψάχνω
Πεταλούδα αναπετά/ Επιστροφή χρωμάτων».

Ο Πάρις Παρασχόπουλος σπούδασε στο Παρίσι, όπου έμεινε 13 χρόνια. Δημιούργησε το πρώτο «ethnic» κουαρτέτο στην Ευρώπη.
Είχε την ευκαιρία να παίξει μουσική σε ολόκληρη την Ευρώπη και να επινοήσει, όπως λέει, διάφορους τρόπους για να ζήσει από τη μουσική. Εγραψε μουσική για θέατρο, χορό, κινηματογράφο, τηλεοπτικές σειρές, ντοκιμαντέρ, ορχήστρες, για παραστάσεις όλων των ειδών και κυρίως για την ψυχή του.

Κυκλοφόρησε εννέα προσωπικούς δίσκους και συμμετείχε σε άλλους τρεις. Για τον ίδιο και το έργο του έγραψαν διάφορα σε εγκυκλοπαίδειες, βιβλία, περιοδικά, λεξικά, εφημερίδες, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.

Κάπως έτσι έγινε, όπως λέει, διάσημος Β΄, ίσως και Γ΄ κατηγορίας.

Επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη, περιγράφοντας μουσικά τον κόσμο μέσα από εκπομπές στην τηλεόραση και το ραδιόφωνό της.

«Ο καλλιτέχνης αδυνατεί σήμερα να πληρώσει το τίμημα της αφύπνισης. Πολλοί από αυτούς ζηλεύουν το ταλέντο του Βαν Γκογκ, αλλά κανείς τη φτώχεια του. Ψάχνουμε το καινούργιο από φόβο μήπως ανακαλύψουμε την αδυναμία μας μπροστά στο παλιό…», διαπιστώνει.

ΠΗΓΗ: Εφημερίδα των Συντακτών, 28-5-2017