Ένας παιδεραστής σε κοινή θέα

Γράφει η Αλίνα Χατζηδάκι

Ο συγγραφέας Γκαμπριέλ Ματζνέφ δεν έκρυψε ότι ήταν παιδόφιλος. Όμως δεν τιμωρήθηκε ποτέ, απεναντίας γέμισε τιμές και βραβεία. Σήμερα το μπεστ-σέλερ βιβλίο ενός από τα θύματά του θέτει σε συζήτηση τη στάση που κράτησαν οι λογοτεχνικοί κύκλοι της Γαλλίας. Δεν ήταν καλός άνθρωπος. Στην πραγματικότητα, ήταν αυτό που από παιδιά μιας μαθαίνουν να φοβόμαστε: ένας δράκος».

Έτσι περιγράφει η Βανέσα Σπρινγκορά τον Γκαμπριέλ Ματζνέφ στο βιβλίο της Le Consentement | Grasset (Η συναίνεση) που εξιστορεί τη σχέση τους όταν εκείνη ήταν 14 ετών κι εκείνος 50.

Ο Γκαμπριέλ Ματζνέφ στη μέση

Ο εκλεκτός των γαλλικών γραμμάτων, τον οποίο θαύμαζε ο ίδιος ο Μιτεράν, που στα 83 του χρόνια έρχεται στο επίκεντρο ενός σκανδάλου που ενδεχομένως να έχει και ποινικό σκέλος, δεν έκρυψε ποτέ τις σεξουαλικές του επαφές με έφηβους ή και μικρότερα παιδιά. Ο γαλλικός λογοτεχνικός κόσμος δεν έδειχνε να ενοχλείται – μέχρι σήμερα, που η περίπτωσή του φέρνει στο προσκήνιο μια ολόκληρη κουλτούρα ανοχής που πλέον θεωρείται ασυγχώρητη.

Για δεκαετίες ολόκληρες, ο Ματζνέφ Gabriel Matzneff συνευρισκόταν σεξουαλικά με ανήλικα στο διαμέρισμά του στο Παρίσι, σε δωμάτια ξενοδοχείων ή σε ταξίδια στη νοτιοανατολική Ασία και έγραφε για τις εμπειρίες αυτές στα βιβλία του, που του χάριζαν δόξα και βραβεία. «Αν μια φορά έχεις κρατήσει, φιλήσει, χαϊδέψει, κυριεύσει ένα 13χρονο αγόρι, ένα 15χρονο κορίτσι, όλα τα άλλα μοιάζουν άνοστα, βαριά, αδιάφορα», γράφει στο πόνημά του Les moins de seize ans | Babelio (Οι κάτω των 16) που δημοσιεύθηκε στα μέσα της δεκαετίας του ’70. Σε αυτό αναφέρεται στο σεξ με παιδιά ως «αγία εμπειρία, ένα είδος βάπτισης, ιερή περιπέτεια».

Η συγγραφέας σήμερα

Δεν αντιμετωπίστηκε ποτέ ως παιδεραστής, αντίθετα βραβεύτηκε πολλές φορές για την προσφορά του στα Γράμματα, με τα περισσότερα βιβλία του να εκδίδονται από τον περίφημο οίκο Gallimard.fr (μέχρι τις 7 Ιανουαρίου τουλάχιστον, πέντε μέρες μετά την κυκλοφορία του βιβλίου της Σπρινγκορά, οπότε ανεστάλη (French publisher pulls books by writer accused of child sexual abuse | Τhe Telegraph) η πώληση όλων του των έργων του, συμπεριλαμβανομένου του τελευταίου του που είχε κυκλοφορήσει τον Νοέμβριο). Ο Ματζνέφ ήταν πολυγραφότατος, παράγοντας σχεδόν κάθε χρόνο ένα βιβλίο από τα μέσα της δεκαετίας του ’60 και μετά (στα ελληνικά κυκλοφορούν η μελέτη (Η διαιτητική του λόρδου Βύρωνα | Καστανιώτης) και το μυθιστόρημα Μαμά μου, οι Τούρκοι! | Καστανιώτης από τον Καστανιώτη και Το πάθος Φραντσέσκα Στην Πολιτεία από τις εκδόσεις Μπακουμάνη), είναι όμως στα ημερολόγιά του –επίσης των εκδόσεων Gallimard– όπου περιγράφει με πραγματική υπερηφάνεια την καριέρα του στην αποπλάνηση αγοριών και κοριτσιών στην αρχή της εφηβείας, αλλά και θυμάτων πορνείας στη Μανίλα κάτω των 11 ετών.

Στα περισσότερα μέρη του κόσμου θα είχε επέμβει εισαγγελέας, όμως στη Γαλλία, όπου η ηλικία σεξουαλικής συναίνεσης είναι τα 15 και η νομοθεσία περί βιασμού θολή ( the #MeToo Era, France Struggles With Sexual Crimes Involving Minors | The New York Timesή), ο Ματζνέφ συνέχισε να συλλέγει διακρίσεις. Στο Oι έρωτές μου αποδομημένοι, ημερολόγια 1983-1984, γράφει για σεξουαλικές σχέσεις με ανήλικους μεταξύ 12 και 16 ετών και αναφέρει Outing the French Literary World’s Jeffrey Epstein | Τhe Daily Beast ότι πέρασε ένα απόγευμα παρακολουθώντας παιδική πορνογραφία με δεκάχρονα.

Η συγγραφέας σε νεανική ηλικία

Ο λογοτεχνικός κόσμος δεν τον εξοστράκισε. Όταν τον καλούσαν σε τηλεοπτικές εκπομπές ο Ματζνέφ αναφερόταν στην «προτίμησή του» σε ανήλικα ως κάτι το φυσιολογικό και οι οικοδεσπότες του το επέτρεπαν – αν δεν τον προκαλούσαν να το κάνει. Αυτό συνέβη και στη λογοτεχνική εκπομπή Apostrophes (talk show) το 1990, όπου ο παρουσιαστής τον ρώτησε ανάλαφρα, «Γιατί εξειδικεύεστε σε κορίτσια του γυμνασίου, πιτσιρίκες [minettes]; Όταν πατήσουν τα είκοσι τι γίνεται, δεν σας ενδιαφέρουν πια;», για να λάβει την απάντηση ότι οι έφηβες δεν είχαν «σκληρύνει από τη ζωή» και ήταν πιο καλές: «Ένα πολύ νέο κορίτσι είναι πολύ πιο γλυκό, ακόμα κι αν γίνεται πολύ εύκολα τόσο υστερική και τόσο τρελή όσο θα γίνει όταν μεγαλώσει». Η Βανέσα Σπρινγκορά ήταν ένα από αυτά τα κορίτσια.

Επικεφαλής σήμερα του εκδοτικού οίκου Julliard (που από ειρωνεία της τύχης ήταν ο πρώτος που κυκλοφόρησε το Les Moins Seize Ans, η 47χρονη Σπρινγκορά γνώρισε τον Ματζνέφ όταν ήταν 13 ετών κι εκείνος 50, σε ένα πάρτι όπου παρέστη με τη μητέρα της, η οποία επίσης εργαζόταν στις εκδόσεις. Στο Le Consentement περιγράφει τον εαυτό της σαν ένα κορίτσι που αποζητούσε την ανδρική αποδοχή λόγω του μονίμως απόντος πατέρα της και ιδανικό θύμα για κάποιον σαν τον Ματζνέφ. Εκείνος άρχισε να την πολιορκεί με γράμματα και την προσκάλεσε στο διαμέρισμά του για γλυκά. Την αποκαλούσε «αγαπημένο του παιδί» και «όμορφη μαθήτρια» και ισχυριζόταν ότι η αγάπη τους ήταν αγνή και σπάνια και πως τέτοιες σχέσεις υπήρχαν ανέκαθεν, αναφερόμενος μεταξύ άλλων και στο γάμο του Έντγκαρ Άλαν Πόε με τη 13χρονη ξαδέλφη του, Βιρτζίνια Κλεμ (The Loves and Sorrows of Edgar Allan Poe | Οwlcation).

Η μητέρα της αρχικά είχε αντιρρήσεις («Δεν ξέρεις ότι είναι παιδόφιλος;» τη ρώτησε), που όμως κάμφθηκαν από τον ενθουσιασμό της Βανέσα. Στη συνέχεια έφτασε να τον καλεί συχνά στο σπίτι για φαγητό, κάτι που  έως σήμερα αποτελεί μελανό σημείο στη σχέση των δύο γυναικών.

Η Σπρινγκορά αποκαλύπτει ότι ο Ματζνέφ τη σοδόμιζε επί μήνες μέχρι να απαλλαγεί από τον υμένα της σε γιατρό και ότι την έπαιρνε από το σχολείο κάθε μέρα, χωρίς κανείς να ρωτάει ποιος ήταν αυτός ο μεσόκοπος άνδρας έξω από το προαύλιο. Ο πατέρας της εξοργίστηκε όταν έμαθε για τη σχέση, αλλά δεν κατήγγειλε τον Ματζνέφ στις Αρχές. Με τον καιρό, ο συγγραφέας αποκτούσε όλο και περισσότερο έλεγχο στη ζωή της Σπρινγκορά, αποξενώνοντάς της από φίλους και οικογένεια και ντροπιάζοντάς την όταν επιχειρούσε να συμπεριφερθεί σαν έφηβη, δηλαδή να πάει σε μια συναυλία ή να μακιγιαριστεί.

Η συγγραφέας περιγράφει τον Ματζνέφ ως χειριστικό και ναρκισσιστή. Η σχέση τους τελείωσε δύο χρόνια αφότου άρχισε όταν, παρά την απαγόρευσή του, διάβασε τα ημερολόγιά του και έμαθε ότι είχε κι άλλες έφηβες «ερωμένες» και ότι ταξίδευε στις Φιλιππίνες για να κάνει σεξ με μικρά αγόρια. Ακόμα και μετά τη λήξη της σχέσης τους, εκείνος συνέχισε να την παρενοχλεί, φτάνοντας στο σημείο να αναφέρει το όνομά της σε συνεντεύξεις και να συμπεριλάβει λεπτομέρειες των επαφών τους στα γραπτά του.

Για πολλά χρόνια, ουσιαστικά κανείς δεν αντέδρασε στην τερατώδη δράση του Ματζνέφ. Σε εκείνη την εκπομπή του Apostrophe, όπου ο συγγραφέας είχε πάει για να προωθήσει το βιβλίο Mes amours décomposés και όπου παρουσιάστηκε ως «καθηγητής σεξουαλικής αγωγής», όταν επανέλαβε τις εξωφρενικές πεποιθήσεις του για τις ανήλικες «κατακτήσεις» του, οι υπόλοιποι καλεσμένοι έμειναν σιωπηλοί (και μια Καθολική γυναίκα που ήταν εκεί για να προασπιστεί τον θεσμό του γάμου, χαχάνισε).

Όμως όταν τελείωσε το λογύδιριο του Ματζνέφ, τον λόγο πήρε η Καναδέζα συγγραφέας Ντενίζ Μπομπαρντιέ (Denise Bombardier): «Έχω την εντύπωση ότι είμαι από άλλο πλανήτη. Ο κύριος Ματζνέφ μας λέει ότι σοδόμισε 14χρονα και 15χρονα κορίτσια και ότι ήταν τρελές γι’ αυτόν. Όλοι ξέρουμε καλά ότι τα νεαρά κορίτσια μπορούν να ξετρελαθούν με έναν άνδρα που διαθέτει μια κάποια λογοτεχνική αύρα. Ξέρουμε ότι μεγάλοι άνδρες παρασύρουν παιδιά με γλυκά. Ο κύριος Ματζνέφ τα παρασύρει με τη φήμη του. Δεν του πέρασε από το μυαλό ότι μπορεί να κατέστρεψε αυτά τα κορίτσια;». Ανέφερε το ψυχικό τραύμα που υφίστανται δια βίου τα παιδιά και ότι η λογοτεχνία δεν μπορεί να λειτουργεί ως άλλοθι και ότι υπάρχουν όρια.

Το ξέσπασμα της δεν είχε ιδιαίτερο αντίκτυπο στον συγγραφέα. Στην πραγματικότητα, τα πυρά των λογοτεχνικών κύκλων στράφηκαν εναντίον της Μπομπαρντιέ με κάποιους κριτικούς να την αποκαλούν «στερημένη» και άλλα πολύ άσχημα επίθετα. Όμως ο Ματζνέφ δεν προσκλήθηκε ποτέ ξανά στην εκπομπή και με τα χρόνια ξεχάστηκε σαν μια λογοτεχνική φιγούρα μιας άλλης εποχής.

Το αποκαλυπτικό βιβλίο της Σπρινγκορά έγινε ανάρπαστο (είναι πρώτο σε πωλήσεις στο γαλλικό Amazon) και προκάλεσε αντιδράσεις, όχι μόνο εναντίον του Ματζνέφ αλλά και γενικότερα της ανεκτικής κουλτούρας της Γαλλίας που μέχρι πριν μια γενιά έμοιαζε να συγχωρεί την παιδοφιλική δράση των λογοτεχνών αν αυτοί ήταν αρκετά ταλαντούχοι. «Υπήρξε μια εποχή στη Γαλλία, όταν το να έχεις ένα πιτσιρίκι για σεξουαλικό σύντροφο ήταν αποδεκτό από την κοινωνία. Ήταν ίσως μέχρι και απόδειξη εκλέπτυνσης. Αυτό τελείωσε για τα καλά», λέει η Ομαΐρα Σελέ Child sex scandal sparks soul-searching in France | Financial Times που έχει ιδρύσει τη ΜΚΟ Innocence in Danger για την προστασία των παιδιών από την κακοποίηση. Πολλοί συνδέουν εκείνη την ανεκτικότητα με τον Μάη του ’68 που έφερε τη σεξουαλική απελευθέρωση και σημαντικές κοινωνικές αλλαγές. Η συμβατική σεξουαλική ηθική ανήκε στο ίδιο οικοδόμημα με τον ιμπεριαλισμό και τον ρατσισμό και ένα από τα συνθήματα της εποχής ήταν το «απαγορεύονται οι απαγορεύσεις».

Όπως αναφέρουν οι New York Times A Victim’s Account Fuels a Reckoning Over Abuse of Children in France, κάποιοι επιχειρηματολογούσαν υπέρ της κατάργησης των νόμων περί ηλικίας συναίνεσης, λέγοντας ότι αυτό θα απελευθέρωνε τα παιδιά από την κυριαρχία των γονιών τους και θα τους επέτρεπε να γίνουν ολοκληρωμένα σεξουαλικά όντα. Ο Ματζνέφ ήταν υποστηρικτής της νομιμοποίησης του σεξ με παιδιά. Δεν ήταν ο μόνος. Πολλοί διανοητές της αριστεράς, ανάμεσά τους ο Λουί Αραγκόν, ο Μισέλ Φουκώ, ο Ρολάν Μπαρτ, ο Ζαν Πολ Σαρτρ και η Σιμόν ντε Μποβουάρ υπεράσπισαν την ιδέα French petition against age of consent laws ή και κάποιους που κατηγορήθηκαν για σεξουαλικές σχέσεις με παιδιά κάτω της νόμιμης ηλικίας συναίνεσης. Η Libération (συγχρηματοδοτούμενη και από τον Σαρτρ) υποστήριζε τους παιδόφιλους ως ομάδα που υφίστατο διακρίσεις και δημοσίευε ερωτικές αγγελίες ενηλίκων που έψαχναν για παιδιά.

Άλλοι, πιστεύουν ότι το γεγονός ότι ο Ματζνέφ δεν λογοδότησε ποτέ για όσα έκανε, έχει να κάνει με τον «Παράγοντα Πολάνσκι» France Honors Roman Polanski, a Convicted Child Rapist, as Women Take to the Streets | The Daily Beast, που θέλει αρκετούς Γάλλους να αντιμετωπίζουν την προβληματική (ή και εγκληματική) συμπεριφορά ενός καλλιτέχνη ως εκκεντρικότητα.

Όποια κι αν είναι η ρίζα της ανοχής απέναντι σε ζητήματα τόσο σοβαρά όπως η παιδοφιλία, είναι προφανές ότι δεν έχει πια θέση στην κοινωνία της Γαλλίας, που στην πλειοψηφία της ποτέ δεν επικροτούσε τις διαστροφές που ο λογοτεχνικός κόσμος έκανε ότι δεν βλέπει. Μετά τις οργισμένες αντιδράσεις από το βιβλίο της Σπρινγκορά, ο πρώην υπουργός πολιτισμού Ζακ Τουμπόν δηλώνει μετανοημένος για το μετάλλιο Γραμμάτων και Τεχνών που απένειμε στον Ματζνέφ. Ο νυν υπουργός Πολιτισμού Φρανκ Ριστέρ θεωρεί πως ο συγγραφέας δεν πρέπει πλέον να λαμβάνει την τιμητική του λογοτεχνική σύνταξη.

Οι υποστηρικτές του Ματζνέφ, όπως η Ζοσιάν Σαβινιό της Le Monde που κάνει λόγο για «κυνήγι μαγισσών»« Les temps ont changé, il est devenu indéfendable » : dans un contexte post-#metoo, le malaise Gabriel Matzneff είναι ελάχιστοι. Ο ίδιος ο «Γάλλος Τζέφρι Έπστιν» αρνήθηκε όλες τις προτάσεις για συνέντευξη και έστειλε μόνο μια επιστολή στο L’Obs Gabriel Matzneff, ce paria très aimé qui fait l’apologie de la pédophilie | Bibli Obs. Παραμένει αμετανόητος, θεωρώντας βλακώδες να του παραπονιούνται το 2020 για πράγματα που έγραψε πριν από 30 ή 40 χρόνια και υποστηρίζει πως όσα περιγράφει η Σπρινγκόρα είναι άδικα και υπερβολικά. Λέει ότι του προκαλεί θλίψη που η Βανέσα αποφάσισε να γράψει ένα βιβλίο που δεν είναι η ιστορία της λαμπρής τους αγάπης, αλλά ένα δυσφημιστικό έργο, ένα κατηγορητήριο που συντάχθηκε στο γραφείο ενός ψυχαναλυτή.

Μετά την κυκλοφορία του Le Consentement οι Αρχές στο Παρίσι ξεκίνησαν έρευνα εναντίον του, όμως το πιο πιθανό είναι ότι τα όποια αδικήματα ενάντια στη Βανέσα έχουν παραγραφεί μετά από τόσα χρόνια. Σε κάθε περίπτωση, το τέλος της ιστορίας αυτή τη φορά γράφεται από την ίδια την Σπρινγκορά, που στο βιβλίο της διερωτάται αν η λογοτεχνία συγχωρεί τα πάντα. Χάρη σε αυτήν, όχι πια.

ΠΗΓΗ: Inside story 23-1-20

Αλίνα Χατζηδάκι: Εργάζεται στα περιοδικά από το 1994 και σε ψηφιακά μέσα, websites και applications, τα τελευταία χρόνια. Μεταξύ άλλων έχει υπογράψει άρθρα στο Nitro, Marie Claire και Cosmopolitan, στο οποίο υπήρξε διευθύντρια σύνταξης.