Συγκλονιστικές οι μαρτυρίες της Μελέκ Ιπέκ και της Σ.Οσμάνογλου, που σκότωσαν σε αυτοάμυνα

Παρουσιάζει η Σίσσυ Βωβού

Η Μελέκ Ιπέκ αποφυλακίστηκε μετά από 108 ημέρες φυλάκιση για το φόνο του συζύγου της, όπως έχουμε γράψει στο Μωβ και σήμερα δημοσιεύουμε κομμάτι από τη συγκλονιστική μαρτυρία της που αλιεύσαμε από την προσωπική σελίδα του Μιχάλη Μουτούση. Η δική μας Σανιέ Οσμάνογλου δεν είχε τόση τύχη, αφού καταδικάστηκε σε 12 χρόνια κάθειρξης για το φόνο του συζύγου της το 2005, και με την ευκαιρία δημοσιεύουμε τη δική της και κάποιες ακόμα μαρτυρίες κατά την δίκη της. Να λέμε τα άσχημα για την Τουρκία, αλλά να μην ξεχνάμε τα ασχημότερα από την Ελλάδα. Και έχουμε και άλλες καταδίκες γυναικών που σκότωσαν σε αυτοάμυνα εναντίον της έμφυλης βίας, και κάποια από αυτές είναι ακόμα μέσα. Το Μωβ και άλλες γυναικείες οργανώσεις απαιτεί την αλλαγή του νόμου για φόνο σε συνθήκες αυτοάμυνας.

Από Artemis Magia
:
12 χρόνια σκλάβα: Η Μελέκ Ιπέκ ως «φάρος» για τις κακοποιημένες γυναίκες στην Τουρκία!
«… Παρακαλούσα όλο αυτό να τελειώσει ήσυχα. Απόψε δεν θα με δείρει κανείς»: Ολόκληρη η κατάθεση της γυναίκας που ίσως αλλάξει τα πάντα σε ό,τι αφορά την ενδοοικογενειακή βία στην Τουρκία.

Σμύρνη, τρία χρόνια πίσω, σε μια μικρή γειτονιά που θα μπορούσε να είναι άνετα αθηναϊκή, μια νεαρή γυναίκα με μαντίλα κάθεται έξω από ένα μαγαζάκι σαν «ΕΒΓΑ», δίπλα απ’ το ψυγείο με τα παγωτά. Το μάτι της «στολίζει» ένας κατάμαυρος κύκλος. Χθες δεν υπήρχε εκεί. «Θα αντιμίλησε στον άντρα της και θα την έδειρε» μου εξηγεί με στενοχώρια ο θείος μου. Στην Τουρκία, ακόμη και στα πιο «πολιτισμένα» μέρη της, το συζυγικό ξύλο δεν είναι κοινό μυστικό. Δεν είναι καν είδηση. Είναι πραγματικότητα αφομοιωμένη, αποδεκτή, σχεδόν καθόλου ντροπιαστική. Η περίπτωση της Μελέκ Ιπέκ, που από χθες η αθώωση της για τον φόνο του κακοποιητικού συζύγου της δονεί τα τουρκικά πατριαρχικά θεμέλια, δεν καταπίνεται.  Δεν κρύβεται.  Δεν γίνεται να κουκουλωθεί. Η Μελέκ για τους άντρες είναι μια φόνισσα. Όμως για εκατομμύρια συμπατριώτισσές της είναι μια γυναίκα-σταθμός. Είναι το «φτάνει, αρκετά», με σώμα, ψυχή και όπλο. Είναι η αρχή μιας αλλαγής. Η αθώωσή της από το Ποινικό Δικαστήριο της Αττάλειας, μετά από 4 μήνες φυλάκισης, για τη δολοφονία του ανθρώπου που την κακοποιούσε –σωματικά, λεκτικά, σεξουαλικά– για περισσότερα από 12 χρόνια ίσως είναι αυτή η αλλαγή. Οι 19 σελίδες της κατάθεσής της αρχικά κρίθηκαν λίγες για να περιγράφουν τα βασανιστήρια της 31χρονης όλα τα προηγούμενα χρόνια. Βιασμοί, ξυλοδαρμοί, ταπεινώσεις, όλα χώρεσαν σ’ εκείνα τα λίγα χαρτιά και παρά την επιμονή των δικηγόρων της οικογένειας του Ραμαζάν κρίθηκαν αρκετά για να αθωώσουν την Ιπέκ.

Παρακάτω ακολουθεί η μετάφραση από τα τουρκικά του πιο συγκλονιστικού σημείου της κατάθεσης της Μελέκ Ιπέκ. Είχαν προηγηθεί οι αγορεύσεις των δικηγόρων του συζύγου της, Ραμαζάν, που επιχειρούσαν να καταρρίψουν το επιχείρημα της νόμιμης αυτοάμυνας και να αναγκάσουν το δικαστήριο να προσθέσει τη λέξη «σκόπιμα» στην περιγραφή του αδικήματός της.

«Ποτέ, ποτέ δεν ήθελα να φτάσουμε εδώ. Να γίνει έτσι. Για 14 χρόνια παρακαλούσα όλο αυτό να τελειώσει ήσυχα. Με κάποιον τρόπο. Με έναν τρόπο να τελειώσει. Εκείνη η μέρα ήταν διαφορετική. Με είχε δείρει και εκείνη τη μέρα. Αν η σφαίρα δεν είχε καρφωθεί στο παράθυρο, δεν θα μιλούσαμε τώρα. Θα ήμουν νεκρή εγώ. Με είχε δέσει με χειροπέδες στο μπάνιο εκείνη την ημέρα. Δεν μπορούσα να ακούσω τις φωνές των παιδιών μου. Νόμιζα πια ότι ήταν και εκείνες νεκρές (σ.σ.: η Μελέκ και ο Ραμαζάν είχαν αποκτήσει δύο κόρες, αμφότερες ανήλικες). Όλη εκείνη την ώρα παρακαλούσα τον Θεό. Παρακαλούσα να μη με δοκιμάσει με τον πόνο τού να αντικρίσω τα παιδιά μου νεκρά. Προσευχόμουν με όλη μου τη δύναμη. “Θεέ μου, μη μου δείξεις τα παιδιά μου νεκρά!”. Όταν άκουσα τις φωνές τους μετά από ώρα πήρα δύναμη. Χάρηκα. Ξέχασα όλα όσα μου είχε κάνει. Τον παρακάλεσα να μη μη σκοτώσει. Του το είπα: ότι για 14 χρόνια προσευχόμουν να βγει από τη ζωή μου ήσυχα. Παλιά, πριν ακόμη γεννηθούν τα παιδιά, είχα προσπαθήσει να αυτοκτονήσω. Ούτε θέλησα ποτέ να τον σκοτώσω, ούτε καν ευχήθηκα για τον θάνατό του. Μέχρι το τέλος έκανα υπομονή. Ήλπιζα ότι θα φύγει, ότι κάπως θα μας άφηνε. Λυπάμαι. Λυπάμαι που πέθανε. Λυπάμαι τόσο βαθιά που τον σκότωσα εγώ. Αλλά αν δεν είχε εκπυρσοκροτήσει το όπλο εκείνη την ημέρα, αν δεν είχε πεθάνει εκείνος, τώρα θα ήμασταν νεκρές εμείς. Σας ζητάω συγνώμη, κύριοι, πολύ! Ποτέ, ποτέ μου δεν ήθελα να γίνει έτσι. Αλλά θα σκότωνε εμένα και τα παιδιά μου. Ναι, αλήθεια είναι, όταν πήρα τηλέφωνο την αστυνομία και όταν ήρθαν να με συλλάβουν το είπα αυτό. Είπα “απόψε, εδώ, δεν θα με δείρει κανείς…”». Ο δικηγόρος της Μελέκ, Αχμέτ Οναράν, για τις γυναικείες οργανώσεις στην Τουρκία είναι ήδη ένας σωτήρας. Οι 19 σελίδες της κατάθεσής της αρχικά κρίθηκαν λίγες για να περιγράψουν τα βασανιστήρια της 31χρονης όλα τα προηγούμενα χρόνια. Βιασμοί, ξυλοδαρμοί, ταπεινώσεις, όλα χώρεσαν σ’ εκείνα τα λίγα χαρτιά και παρά την επιμονή των δικηγόρων της οικογένειας του Ραμαζάν κρίθηκαν αρκετά για να αθωώσουν την Ιπέκ.

Αυτές οι 19 σελίδες και η αθωωτική απόφαση για τη Μελέκ ίσως αλλάξουν κάτι στη μεγαλύτερη ντροπή που λαμβάνει χώρα στην Τουρκία εναντίον των γυναικών. Μόνο μέσα στο 2020, 312 γυναίκες δολοφονήθηκαν μέσα στο ίδιο τους το σπίτι, στο πλαίσιο ενδοοικογενειακής βίας. Το νούμερο, όπως εξηγούν οι τουρκικές φεμινιστικές οργανώσεις, είναι μικρό σε σχέση με αυτό που συμβαίνει στην πραγματικότητα. Απλώς, 312 περιπτώσεις καταγγέλθηκαν, εξακριβώθηκαν και έφτασαν στη διάθεση της στατιστικής. Πριν από λίγους μήνες η τουρκική κυβέρνηση εκφράστηκε κατά της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας που υπογράφηκε στην Κωνσταντινούπολη το 2011. Ο Ερντογάν τότε έκανε λόγο για μία «λανθασμένη και ελλιπή» Σύμβαση που προσβάλλει βάναυσα (!) την παραδοσιακή εικόνα των δύο φύλων. Οι δηλώσεις του τότε είχαν προκαλέσει οργισμένες αντιδράσεις και κύματα διαδηλώσεων σε όλη την Τουρκία.

Τώρα, το φτερό της Μελέκ (σ.σ.: στα τουρκικά το όνομα της γυναίκας σημαίνει «άγγελος») μπαίνει στο μάτι του Τούρκου Προέδρου και όσων στην απόφαση του δικαστηρίου της Αττάλειας βλέπουν την αλλαγή που φοβούνται.”
από Sozcu.com.tr

Η κατάθεση της Σανιέ Οσμάνογλου, των παιδιών της και της αλληλέγγυας Αθηνάς Παπανικολάου. Αναδημοσίευση

Η Ρομά Σανιέ Οσμάνογλου καταδικάστηκε σε 12 έτη κάθειρξης για τον φόνο του άντρα της σε αυτοάμυνα, το 2005 μετά από πολλά χρόνια γάμου και κακοποίησης, αλλά και 8 ανήλικα παιδιά.

Παραθέτουμε ένα τμήμα της σημερινής μαρτυρίας της Σανιέ, που έπεισε το δικαστήριο. Είναι σκληρά αυτά που αναφέρονται, αλλά είναι η αλήθεια:

«Είμαι φιλήσυχη γυναίκα, την πράξη μου την τέλεσα εν βρασμώ ψυχικής ορμής, μετά από διαρκή και χρόνια κακοποίηση μου από τον σύζυγό μου, με τον οποίο έζησα 19 χρόνια, ο οποίος κακοποιούσε και τα 8 παιδιά μας, όλα ανήλικα κατά την χρονολογία του φόνου, ενώ ένα ακόμα μωρό 11 ημερών το είχε σκοτώσει στην αγκαλιά μου, όταν με κακοποιούσε, πριν από χρόνια.

Για να σχηματίσετε καλύτερη εικόνα για εμένα και για τις συνθήκες της πράξης που τέλεσα, θα παραθέσω αποσπάσματα από τρεις μαρτυρίες στο Εφετείο τον Ιανουάριο του 2012: Του μεγάλου γιού μου Μουράτ, της κόρης μου Τσιδέμ και της κυρίας Παπανικολάου.

Ο μεγάλος γιος μου Μουράτ Τσιλιγκίρ:

”… Ο πατέρας μου όλο έπινε και μας χτυπούσε όλους. Τον φοβόμαστε πολύ. Είμαστε πέντε κορίτσια και τρία αγόρια. Εγώ ήμουν 18 χρονών και το μικρότερο αδέρφι μας ήταν 3 μηνών, τότε. Μέναμε στο Ν. Κεραμίδι, και δουλεύαμε στο μάζεμα των καπνών. Το σπίτι που μέναμε είχε έναν χώρο, σαν δωμάτιο, και μας το είχε δώσει ο εργοδότης μας. Ο πατέρας μας φερόταν πολύ άσχημα. Εμείς δουλεύαμε και αυτός έπαιρνε τα λεφτά, έπινε και μας έδερνε και πιο πολύ τη μάνα μας. Αυτό μας δημιουργούσε πολύ φόβο. Η μάνα μας κάθε μέρα έτρωγε ξύλο. Την έδερνε με τα χέρια και με το σκεπάρνι. Αυτή δεν έλεγε τίποτα…”

Η κόρη μου Τσιδέμ:

”… Σημερα είμαι 24 ετών. Είμαι κόρη της κατηγορουμένης. Ο θανών ήταν πατέρας μου. Ο πατέρας κάθε μέρα έπινε και μας έδερνε όλους. Χωρίς λόγο. Όλοι φοβόμαστε να πάμε στην αστυνομία. Αυτός έπινε. Χτυπούσε τη μητέρα μας με το φτυάρι και τα χέρια. Εμείς τα παιδιά δεν μπορούσαμε να κάνουμε κάτι, τον φοβόμαστε. Όλοι μαζί μέναμε, όλοι πηγαίναμε όπου υπήρχε δουλειά, εμείς δουλεύαμε και ο πατέρας μας τα έτρωγε. Το σπίτι, όπου μέναμε, είχε δύο δωμάτια, όπου μέναμε 5 κορίτσια, 3 αγόρια και δύο γονείς…”

Η Αθηνά Παπανικολάου:

” Η δική μου εμπλοκή στην υπόθεση χρονολογείται από τη σύλληψη της μάνας. Εγώ ανήκα στην εταιρεία προστασίας ανηλίκων. Τέτοιο χάλι δεν είχα ξαναδεί. 8 παιδιά, όλα ανήλικα, το ένα τριών μηνών. Η μάνα κακοποιημένη φριχτά, τα παιδιά κρύφτηκαν πίσω της μόλις με είδαν. Η μάνα είχε μια πληγή έξι εκατοστών στο κεφάλι της και, όταν τη ρώτησα ποιος της την έκανε, μου είπε «αυτός». Τη ρώτησα ποιος και μου είπε ο άνδρας μου και άρχισε να κλαίει. Μου ζήτησε προστασία για τα παιδιά της. Ήταν ημιάγρια η κατάσταση. Όταν βγήκαν τα παιδιά, από το Φιλοξενείο της Θεσσαλονίκης, η κατηγορούμενη είχε αποφυλακιστεί. Εγώ ασχολιόμουν μαζί τους, κάθε μήνα, επί 8 χρόνια. Συζήτησα με την κατηγορουμένη. Μου είπε ότι έχει φάει τόσο ξύλο, η ζωή της ήταν μαρτυρική. Έμεναν στα χωράφια και κάτω από τα δέντρα. Δεν μπορούσε να ζήσει άλλο, μου είπε, και να βλέπει τα παιδιά της να τα χτυπάει. Είχε μπερδευτεί ο φόβος με το θυμό της. Δεν ήξερα την οικογένεια από πριν. Η γυναίκα ήταν φοβερά κακοποιημένη. Μου είπε ‘όπου και να πήγαινα θα με έβρισκε’. Μια φορά, μου είπε, ο άνδρας της είχε αρπάξει το τριών μηνών μωρό από τα αυτιά, το πέταξε και πρόλαβε αυτή να το πιάσει. Εκείνη τη μέρα, όλοι ήταν στο χωράφι και γύρισαν αργά. Ο άνδρας της γύρισε από το καφενείο, τη χτύπησε και έστειλε το ένα του παιδί να του αγοράσει κρασί. Το ήπιε κι αυτό, την ξαναχτύπησε και μετά κοιμήθηκε.”»

Αναλυτικά η υπόθεση της Σανιέ Οσμάνογλου παρουσιάζεται στο βιβλίο μου “Πατριαρχική Δικαιοσύνη και φεμινιστικές αντιστάσεις” μαζί με 18 ακόμα υποθέσεις βίας κατά των γυναικών, που εκδόθηκε το 2020.