Για τη συζητούμενη θεσμοθέτηση της υποχρεωτικής συνεπιμέλειας σύμφωνα με το προσχέδιο του υπ. Δικαιοσύνης

Ο θεσμός της υποχρεωτικής συνεπιμέλειας και η προσπάθεια αντικατάστασης της δυνητικής συνεπιμέλειας που έχει θεσπιστεί εδώ και δεκαετίες διεθνώς και στη χώρα μας

Γράφει η Άννα Κοντοθανάση, Νομικός

1. Η προσπάθεια θέσπισης της αναγκαστικής συνεπιμέλειας

Την τελευταία δεκαετία έχει δοθεί έμφαση από ένα μέρος της διεθνούς κοινότητας (βλ. και Ψήφισμα 2079/2015 του Συμβουλίου της Ευρώπης) στην προώθηση ενός ανελαστικού μοντέλου υποχρεωτικής εκ του νόμου κοινής συνεπιμέλειας των τέκνων και από τους δύο γονείς μετά τη λύση του γάμου.

Ας σημειωθεί ότι το ψήφισμα του Συμβουλίου της Ευρώπης δεν είναι δεσμευτικό, καθώς δεν είναι απόφαση, εκφράζει απλά κάποιες γενικές αρχές στις οποίες προσανατολίζεται η διεθνής κοινότητα.

Το μοντέλο όμως που προτείνεται, ιδίως αυτό της φυσικής συνεπιμέλειας (ίσος χρόνος, όχι λιγότερο του 35%, εναλλάξ κατοικία) δεν λαμβάνει υπόψη τη βούληση και ικανότητα των γονέων για συνεργασία ούτε τυχόν προστριβές μεταξύ των γονέων ή σχέσεις κακοποίησης των γυναικών και των παιδιών και κυρίως δεν κάνει οιαδήποτε μνεία για την ακρόαση των παιδιών για τη στάθμιση του συμφέροντός τους.

Αυτό προκαλεί το λιγότερο κατάπληξη, γιατί άραγε να χρειάζεται ένα τέτοιο μοντέλο συνεπιμέλειας των τέκνων με τόσες προφανέστατες ελλείψεις στην προστασία δικαιωμάτων, κυρίως των παιδιών, αλλά και των γυναικών, το οποίο να πρέπει να αντικαταστήσει το ήδη υπάρχον;

2. Το ισχύον δικαϊκό σύστημα

Πράγματι, ήδη στη χώρα μας πριν από πολλές άλλες πιο αναπτυγμένες χώρες, από το 1983, η συνεπιμέλεια των τέκνων δίδεται ως δυνατότητα των γονέων, που λαμβάνει τον τύπο κοινής απόφασης την οποία επικυρώνει το δικαστήριο ή της δικαστικής απόφασης που εκδίδεται κατόπιν αιτήσεώς τους, όταν υπάρχει αντιδικία.

Το δικαστήριο, όπως υποχρεώνεται και από το Σύνταγμα, την ΕΣΔΑ, τη Διεθνή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού αλλά και τη Διεθνή Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης για την εξάλειψη όλων των μορφών της βίας σε βάρος των γυναικών, σταθμίζει για την έκδοση της σχετικής απόφασής του και το συμφέρον των παιδιών του ζευγαριού αλλά και την τυχόν ύπαρξη κακοποιητικών σχέσεων στην οικογένεια (ενδοοικογενειακή βία).

Στη χώρα μας η εξεύρεση του συμφέροντος του παιδιού που προτάσσεται, καθώς και η απόφανση για το αν υπάρχει ή όχι ενδοοικογενειακή βία, γίνονται με βάση αποκλειστικά τα όσα τυχόν προκύπτουν από τη δικαστική διαδικασία.

Για να καλύψει το κενό της έλλειψης εκθέσεων κοινωνικών λειτουργών, που σε άλλες χώρες συνεπικουρούν σημαντικά όπως αναφέρω πιο κάτω τις δικαστικές αρχές για τη στάθμιση των συνθηκών διαβίωσης των παιδιών αλλά και των γονέων, η ελληνική νομοθεσία προβλέπει εδώ και δεκαετίες την ίδρυση οικογενειακών δικαστηρίων, τα σχετικά όμως προεδρικά διατάγματα δυστυχώς δεν έχουν μέχρι σήμερα εκδοθεί και συνεπώς ο θεσμός έχει αδρανήσει, για λόγους πρωτίστως οικονομικούς.

Σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπου υπάρχουν οικογενειακά δικαστήρια, η έκδοση της δικαστικής απόφασης βασίζεται στις εκθέσεις των αρμοδίων κοινωνικών λειτουργών και ψυχολόγων που βοηθούν το δικαστήριο συλλέγοντας στοιχεία αναφορικά με την οικογένεια και τις σχέσεις των μελών μεταξύ τους, παρακολουθούν διαρκώς τις καταχρήσεις δικαιώματος ή της άσκησης βίας σε βάρος των μελών της οικογένειας κυρίως γυναικών και παιδιών και εισηγούνται την τήρηση ή την αντικατάσταση των μέτρων.

3. Η βούληση της κυβέρνησης να νομοθετήσει αναγκαστική συνεπιμέλεια των παιδιών μετά το διαζύγιο

Στην Ελλάδα, που βρίσκεται στην μεγαλύτερη διεθνώς αποδρομή των ισχνών άλλωστε προνοιακών παροχών στήριξης της οικογένειας και των γυναικών, καθώς και στην τελευταία θέση του δείκτη ισότητας των φύλων της Ευρώπης των 28, επιχειρείται μία πρόχειρη αλλαγή του οικογενειακού δικαίου, με στοχεύσεις αδιευκρίνιστες μέχρι τώρα, ελλείψει αιτιολογικής έκθεσης, οπωσδήποτε όμως κάτω από την πίεση ορισμένων ομάδων πατέρων.

Αν όντως ήθελε το κράτος να δώσει δικαίωμα στους πατέρες εκείνους που τυχόν επιθυμούν να συνεπιμεληθούν νομικά τα παιδιά τους ή να επικοινωνήσουν περισσότερο με αυτά, αλλά και παράλληλα να δώσει δικαίωμα στα παιδιά να ακουστούν περισσότερο και στις γυναίκες θύματα βίας να τύχουν μεγαλύτερης και άμεσης μέριμνας, θα έπρεπε να δώσει έμφαση στη σύσταση οικογενειακών δικαστηρίων, που θα είχαν και μεγαλύτερη εξειδίκευση στο πώς ακριβώς να σταθμιστεί καλύτερα το συμφέρον των παιδιών.

Ακόμη θα προέβαινε στην ενίσχυση και διάχυση των προνοιακών και των υποστηρικτικών δομών συμβουλευτικής καθώς και τέλος θα επικύρωνε την Διεθνή Σύμβαση για την επικοινωνία γονέων και τέκνων.

Συνεπώς, η καινούργια προσπάθεια για την ανατροπή της δυνητικής συνεπιμέλειας και για την καθιέρωση ex lege της υποχρέωσης των γονέων να έχουν κοινή επιμέλεια και να συγκατοικούν εναλλάξ με τα τέκνα τους θα παρέμενε ανεξήγητη, αν δεν λαμβανόταν υπόψη και η συγκυρία κατά την οποία έλαβε χώρα η προσπάθεια, καθώς οι προοδευτικοφανείς αιτιάσεις για τη λήψη ενός τέτοιου νομοθετικού εξαναγκαστικού μέτρου έχουν ισχνή πειστικότητα.

4. Οι πολιτικές υλοποίησης της ουσιαστικής ισότητας και οι προνοιακές πολιτικές κοστίζουν

Όπως προκύπτει από πλήθος διεθνών ερευνών το κράτος πρόνοιας στα κράτη μέλη της Ευρώπης των 28 βρίσκεται σε απίσχνανση, με ισχυρές πιέσεις για περαιτέρω μείωση των κοινωνικών δαπανών.

Συνεπώς, πολιτικές σχετικές με προνοιακά επιδόματα, ίδρυσης νέων δικαστηρίων στη χώρα ή περαιτέρω συντήρησης και διεύρυνσης κοινωνικών υπηρεσιών, καταφυγίων ενδοοικογενειακής βίας, κοινωνικής πρόνοιας ή φύλαξης και εκπαίδευσης νηπίων, βρεφών και παιδιών, καθώς και άλλες παρόμοιες πολιτικές, υποχωρούν ενώ παράλληλα προάγεται η ανάθεση στα μέλη της κοινωνίας της ατομικής ευθύνης για τη διαβίωση των ίδιων και των παιδιών τους.

Όμως, μπορεί μία κυβέρνηση να θεωρεί πως θα αποφύγει τις σχετικές με την εναρμόνιση οικογένειας και εργασίας καθώς και με τις κοινωνικές παροχές δαπάνες, δρέποντας παράλληλα ψήφους από τα μέλη των αυτοαποκαλούμενων οργανώσεων πατέρων, αυτό όμως που θα εισπράξει πιθανά η κοινωνία μετά την τυχόν ενσωμάτωση ενός τέτοιου θεσμού αναγκαστικής συνεπιμέλειας, είναι οι διαρκείς, ενίοτε βίαιοι διαπληκτισμοί μεταξύ των πρώην συζύγων και η αύξηση των περιστατικών ψυχικής ή και σωματικής κακοποίησης των γυναικών και των παιδιών.

5. Οι θεωρίες για το σύνδρομο γονικής αποξένωσης (PAS) και για την ωφελιμότητα της εναλλάξ κατοικίας

Μειοψηφικές μέχρι πρότινος απόψεις, που μάλιστα δεν βρήκαν έρεισμα στην κατάταξη των συνδρόμων του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, για την ύπαρξη συνδρόμου γονικής αποξένωσης (εμπνευστής του ο Gardner), καθώς και η ανάγκη καθιέρωσης της υποχρεωτικής εναλλάξ κατοικίας του παιδιού στο σπίτι κάθε γονέα για χρόνο που δεν υπολείπεται του 35%, ως ιάματος στην αποξένωση αυτή (εμπνευστής ο Breuer), υποστηρίζουν την αυταπόδεικτη ενοχή των μητέρων για την καλλιέργεια αισθημάτων αποξένωσης των παιδιών τους από τους πατέρες και την άρνηση των παιδιών να δουν τους πατέρες ως αποτέλεσμα αποξένωσης.

Δεν έχουν διεξαχθεί μελέτες ευρείας κλίμακας για τα όσα ισχυρίστηκε ο Gardner, ο οποίος διατύπωσε τη θεωρία του με βάση ιδιωτικά περιστατικά ασθενών που συνάντησε στο ιατρείο του ως ψυχοθεραπευτής ψυχίατρος, καθώς και για την καταλληλότητα της υποχρεωτικής συνεπιμέλειας με παράλληλη εναλλάξ κατοικία του τέκνου, ως δήθεν άκρως απαραίτητης για την ευεξία και ψυχική υγεία του, καθώς αυτή η έρευνα του Breuer έγινε σε παιδιά που την συνεπιμέλειά τους είχαν συμφωνήσει και οι δύο γονείς και όχι σε παιδιά που αυτή δόθηκε κατόπιν επιταγής του νόμου.

Παρόλα αυτά, ένα μέρος της επιστημονικής κοινότητας της χώρας μας καθώς και ο Συνήγορος του Πολίτη αναφέρονται σαν να πρόκειται για θέσφατα, αποτελέσματα τεραστίων ερευνών.

Αυτά τα κείμενα δημιουργούν με τις διατυπώσεις τους το τεκμήριο της εκ προοιμίου ενοχής όλων των μητέρων για την αποξένωση όλων των πατέρων, και παρόλα αυτά τα υιοθετεί και ο Συνήγορος του Πολίτη, άκριτα και αβίαστα.

Πρόκειται για σεξισμό τεράστιου μεγέθους, δημιουργεί ένα σώμα κειμένων, ένα νέο Μalleus maleficarum της μοντερνίζουσας πατριαρχίας, που μας κάνει να απορούμε: Θέλουν να δημιουργήσουν δικαιώματα των πατέρων ενώ δεν σέβονται ακόμη τις γυναίκες;

Ακόμη, για την τεκμηρίωση του ύψιστου αγαθού της συγκατοίκησης των παιδιών σε εναλλάξ κατοικίες, πολλοί βασίζονται στις εθνικές εκθέσεις της Σουηδίας.

Κατ’ αρχήν η Σουηδία δεν επιβάλλει τη φυσική συνεπιμέλεια (ισόχρονη συνεύρεση του παιδιου και εναλλάξ κατοικία) και κανενός είδους συνεπιμέλεια. Προβλέπει τη νομική συνεπιμέλεια, με τη δυνατότητα των γονέων να ορίσουν κάτι άλλο, είτε φυσική συνεπιμέλεια, είτε επιμέλεια του ενός και επικοινωνία του άλλου, είτε λειτουργική συνεπιμέλεια, δηλαδή μοίρασμα των ευθυνών κλ.π. Αυτά μάλιστα τα λύνουν οι γονείς με οικογενειακούς διαμεσολαβητές, δεν πάνε καν στα δικαστήρια.

Επίσης η Σουηδία δεν κάνει εθνικές εκθέσεις μεγάλης κλίμακας. Συνεργαζόμενοι ερευνητικοί φορείς κάνουν περιπτωσιολογικές έρευνες σε πενήντα ή εκατό κάθε φορά οικογένειες.

Εξάλλου είναι πρώτη στην ευρωπαϊκή κατάταξη των χωρών της ΕΕ όσον αφορά τους δείκτες ισότητας και τις κοινωνικές παροχές και πολύ ψηλά στα εισοδήματα των κατοίκων της. Και παράλληλα, έχει υψηλούς δείκτες αλκοολισμού και αυτοκτονιών.

Έχει κάποια σχέση με την Ελλάδα, όπως θα θέλαμε, όσον αφορά τα θετικά χαρακτηριστικά της;

Και παρόλα αυτά, ένα 23% των Σουηδών γονέων πηγαίνει στα δικαστήρια και τις υπηρεσίες διαμεσολάβησης και διαπληκτίζεται για τη φυσική συνεπιμέλεια.

Στην Ελλάδα, πόσοι θα είναι που θα συνωστίζονται στα κοινά πολιτικά δικαστήρια, αλλά και στα ποινικά, πόσο θα αυξηθεί η βία, το συνεκτιμούμε αυτό;

Μήπως θα έπρεπε να γίνουν περισσότερες έρευνες, πριν την υιοθέτηση μιας άποψης που μπορεί να μην ισχύει στο μεγάλο μέρος που ισχυρίζονται οι εμπνευστές της;

Και πόσο προοδευτική μπορεί να είναι η άποψη του Breuer πως οι γονείς πρέπει να εξαναγκαστούν να μάθουν να συνεργάζονται, προκειμένου να υλοποιηθεί το μέγιστο όφελος για την υγεία των παιδιών; Ο εξαναγκασμός σε τέτοια ευαίσθητα ζητήματα δεν έχει οφέλη, αντίθετα η παιδεία και η ευαισθητοποίηση έχουν, στις προοδευτικές κοινωνίες.